31/5/10
30/5/10
μία απάντηση στον Ξανθούλη...
Της Eλευθερίας Τσακιροπούλου
Να ξαναγίνετε φτωχοί χωρίς εμένα. Η δική μου γιαγιά ήρθε από απέναντι μόνο με το φουστάνι που φόραγε και κατάφερε δουλεύοντας σκληρά να μεγαλώσει τα παιδιά της, να προκόψει (έτσι το λέγαμε τότε) να δει τα εγγόν ια της να σπουδάζουν χωρίς να χρειάζονται ακριβοπληρωμένα φροντιστήρια και μια φορά το χρόνο γριά πια να επιφυλλάσει στον εαυτό της τη μέγιστη πολυτέλεια ενός ζευγαριού παπουτσίων από τον Σκλιά.
Εμένα δεν μου άρεσε η λάσπη που κολλούσε στα παπούτσια μου. Μου άρεσαν οι πικροδάφνες στην Διονυσίου Αρεοπαγίτου, η μυρωδιά στα Αναφιώτικα, οι νερατζιές στη Πανεπιστημίου, η θέα της Ακρόπολης από τη Πατησίων. Μου άρεσε να διαβάζω στο Θέτρο του Διονύσου Σοφοκλή, Αισχύλο και Ευριπίδη, να βλέπω παραστάσεις στο υπόγειο του Κουν και στο Ηρώδειο. Μου άρεσε ο Χατζηδάκης και ο Τσαρούχης. Αυτά ήταν η πατρίδα μου και αυτά με έκαναν να την ονειρεύομαι χωρίς λασπόδρομους, ζήτουλες και ψευδοξανθιές.
Τίμια ήμουν ανέκαθεν και το ίδιο έμαθα και στο παιδί μου. Δουλεύω από την ημέρα που τελείωσα το λύκειο. Δούλευα και σπούδαζα χωρίς φοιτητική άδεια γιατί ο τότε διευθυντής μου έλεγε το αμίμητο «Δεσποινίς μου πρέπει να διαλέξετε ή φοιτήτρια θα είστε ή εργαζόμενη». Και διάλεξα και τα δύο. Και τα κατάφερα και στα δύο. Και παράλληλα έμαθα και τρεις ξένες γλώσσες. Και πλήρωνα και πληρώνω σκληρούς φόρους, χωρίς ποτέ μα ποτέ να έχω κρύψει ούτε δραχμή των εισοδημάτων μου.
Ναι λοιπόν δουλεύω 10 ώρες την ημέρα επί 24 συναπτά έτη και κάποια στιγμή τα κατάφερα και έβγαλα λεφτά. Πρέπει να ντρέπομαι; Ούτε επιδοτήσεις για ανύπαρκτες καλ λιέργειες πήρα ποτέ, ούτε καμμία απευθείας ανάθεση, ούτε σε επιτροπή ή Δ.Σ. ή οργανισμό του δημοσίου ήμουν μέλος, ούτε προαγωγή πήρα μετά από τηλέφωνο πολιτικού προσώπου. Ότι έκανα το έκανα μόνη μου. Και τα Μanolo που φοράω μόνη μου τα πήρα. Και κάθε φορά που ανεβαίνω πάνω τους θυμάμαι τη γιαγιά μου και τη χαρά της όταν έφερνε στο σπίτι το περίφημο κουτί απότοsalon sklia και τη περηφάνεια της όταν τα φόραγε και μας έλεγε τι πέρασε στη ζωή της και πως τα κατάφερε να «προκόψει».
Και δεν θέλω να ξαναβρώ παλιούς εχθρούς, θέλω μόνο νέους φίλους και συμμάχους για να πραγματοποιήσουμε το όνειρο μιας δίκαιης, αξιοκρατικής και προοδευτικής κοινωνίας. Δεν θέλω καμμιά νοσοκόμα να «συρθεί» στο σπίτι μου όταν αρρωστήσω. Θέλω να υπάρχει ένα σύστημα υγείας που θα με περιθάλψει. Αυτό πληρώνω άλλωστε με το μισό του εισοδήματός μου. Δεν πληρώνω για να τρώνε τα λαμόγια των νοσοκομείων και οι φαρμακευτικές εταιρείες.
Και δεν θέλω να ράβω μόνη μου τα ρούχα μου, γιατί δεν προλαβαίνω και γιατί δεν καταλαβαίνω το λόγο που πρέπει να σπρώξω στην ανεργία μια μοδίστρα.
Και δεν θέλω στη βεράντα μου να φυτέψω ζαρζαβατικά (στο ρετιρέ του ο κος Ξανθούλης ας το κάνει), μου αρέσουν οι γαζίες μου και οι μυρτιές μου και οι δάφνες μου. Και μου αρέσει και ο μανάβης της γειτονιάς μου. Και μάλιστα πολύ. Γιατί αντί να δώσει το ιδιόκτητο μαγαζί γωνία που έχει στο κέντρο της Αθήνας για να γίνει Everest ή Γερμανός, έχει το πείσμα, το κουράγιο και τη τρέλλα να επιμένει να πουλάει τη πραμάτεια του υπό τους ήχους κλασσικής μουσικής.
Και φυσικά δεν θέλω να χρησιμιποιήσω βέργες για να σωφρονίσω τη κόρη μου. Η κόρη μου με κάνει περήφανη και μου δίνει τη δυνατότητα να ονειρεύομαι μια καλύτερη πατρίδα.
Μια πατρίδα που οι αγρότες της δεν τρώνε επιδοτήσεις και αποζημιώσεις στα μπουζουκομάγαζα, οι πολιτικοί της είναι και ηθικοί και νόμιμοι, η άρχουσα τάξη της δεν αποτελείται από λαμόγια και απατεώνες, ψευτοκουλτουριάδες και δήθεν διανοούμενους που συναναστρέφονται με κλέφτες πολιτικούς.
Μια πατρίδα με ανθρώπους σα τη γιαγιά μου και τη κόρη μου, εμένα και τους φίλους μου και όλους αυτούς που δεν συμμετείχαν στο πάρτυ. Ε λοιπόν όχι δεν ήμασταν εκεί όταν τρώγανε, όταν έχτιζαν βίλλες ή αγόραζαν καγιέν. Ούτε τώρα είμαστε με αυτούς που κρύβουν τις πισίνες τους, φυγαδεύουν τα λεφτά τους στο εξωτερικό και αγοράζουν ακίνητα όσο-όσο στο Λονδίνο.
Και ναι προερχόμαστε από το Μεγαλέξανδρο, το Μιλτιάδη, τον Αριστείδη, τον Αλκιβιάδη. Αλλά και από τον Πλάτωνα και τον Επίκουρο. Το Σοφοκλή και τον Αριστοφάνη. Και ελπίζω να μην ξαναζήσουμε στην Ελλάδα εποχές που σε μπαγλάρωναν για ψύλλου πήδημα.
Και ναι μου αρέσει το ελαιόλαδο, η κορινθιακή σταφίδα, ο χαλβάς φαρσάλων, τα εσπεριδοειδή, οι σαρδέλες και τα ραδίκια. Η φτώχεια όμως όχι. Δεν θα πάρω.
Να δοκιμάσετε χωρίς εμένα.
η ιστορία ως τραγωδία
Του Κώστα Γεωργουσόπουλου
ΣΗΜΕΡΑ ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΙΑΣ, ΤΗΣ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΗΣ (;), ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΛΩΣΕΙΣ. ΚΑΙ ΠΟΣΕΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΝΑ ΙΣΤΟΡΗΣΕΙ ΑΥΤΟΣ Ο ΤΟΠΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΟΥ ΤΟΝ ΚΑΤΟΙΚΗΣΑΝ. ΚΑΙ ΠΑΝΤΑ, ΑΝ ΘΕΛΗΣΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΜΕ ΚΑΘΑΡΟ ΚΑΙ ΑΠΡΟΚΑΤΑΛΗΠΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΝΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙ, ΘΑ ΒΡΕΙ ΠΑΝΤΟΥ ΜΙΑ ΠΡΟΔΟΣΙΑ, ΜΙΑ ΚΕΡΚΟΠΟΡΤΑ, ΕΝΑΝ ΕΦΙΑΛΤΗ, ΕΝΑΝ ΠΗΛΙΟ ΓΟΥΣΙΑ.
Μια ζωή, ακόμη και οι ιστορικοί μας, τουλάχιστον οι παλαιότεροι, προσπαθούσαν να βρουν κάποιον εχθρό, κάποια ξενική συνωμοσία, οργανωμένα συμφέροντα, μισέλληνες και πληρωμένους διεθνείς μπράβους και οργανισμούς που έκοβαν και έραβαν το σάβανό μας. Και κλείναμε τα μάτια για να επιβεβαιώσουμε την τύφλα μας, την ολιγωρία των αρχόντων, την πλεονεξία του παχέος λαού και τη δειλία, τον ωχαδερφισμό, τα προσκυνήματα και τους τεμενάδες της απροσδιόριστης χύδην μάζας.
Και άλλες φορές, χωρίς να θέλω να προκαλέσω, έχω ισχυριστεί πως το ελληνοποιημένο δίδυμο Καραγκιόζη- Χατζηαβάτη είναι τα παραπληρώματα της νεοελληνικής (ή και της ελληνικής διαχρονίας) ιδιοπροσωπίας.
Από τη μια ο πεινάλας, ξυπόλητος και παμπόνηρος Ρωμιός, ο καπάτσος, ο πρωτεϊκός χαμαιλέων, ο μικροαπατεώνας, ο εύπιστος, ο κολαούζος, ο ύπουλος, ο ψευτάκος, ο συναισθηματικός, αλλά και ο βάναυσος, ο αιώνιος Δούρειος Ιππος, η νιοστή μεταμόρφωση του Οδυσσέα, ο πλάνης, ο φερέοικος, ο μπαταχτσής, ο γαλαντόμος και ο μίζερος.
Και από την άλλη ο κόλακας, ο ελισσόμενος, ο γυμνοσάλιαγκας, το διανοούμενο ρεμάλι, ο τραπεζορήτορας, ο πολιτικάντης, ο αιώνια συμβιβασμένος, ο χαραμοφάης, ο ξενόδουλος, ο δουλικός, ο αγύρτης, ο τσαννακογλείφτης, ο συνωμότης, η λαμόγια.
Εχω κι άλλες φορές υπαινιχθεί πως τα δύο αυτά παραπληρώματα υπάρχουν διότι υπάρχει το Σεράι, δεν έχουν λόγο ύπαρξης χωρίς τον Πασά, τον Βεζύρη και τον Βεληγκέκα. Το Σεράι είναι η Ιθάκη τους και ο Πασάς, ο Βεληγκέκας, ο Βεζύρης, η Βεζυροπούλα είναι οι Συμπληγάδες, ο Κύκλωπας, ο θυμωμένος Ποσειδώνας και η Κίρκη. Η τιμωρία τους είναι το τίμημα διότι έφαγαν τα βόδια του Ηλιου, γιατί άνοιξαν αυθαίρετα τον ασκό του Αιόλου, γιατί παραδοθήκανε στη γοητευτική γεύση των Λωτών, διότι σαν τον «ηδονικό» Ελπήνορα αποκοιμήθηκαν αποχαυνωμένοι στα ανοιχτά σκέλια, γουρούνια σωστά, μιας ερωτικής χοάνης και δεν πήραν χαμπάρι πως οι σύντροφοι απέπλευσαν και στον μισοκοιμισμένο πανικό τους βγήκαν γυμνοί να τους κυνηγήσουν από το ανώγι και πέφτοντας σαν το σφοντύλι τσακίσανε τον αυχένα τους και ύστερα ως βρικόλακες εκλιπαρούν τους συντρόφους να τους ανακουφίσουν σε τάφο.
Η ελληνική ιστορία- αρχαία, μεσαιωνική και νεώτερη- είναι η ιστορία κάθε φορά μιας Πέμπτης Φάλαγγας. Είτε αυτή ονομάζεται Εφιάλτης, Κλέων, Αλκιβιάδης, Τριάκοντα, Μονή Στουδίου, Αυτοκράτορες Αγγελοι (ο καθηγητής Ζακυθινός τούς χαρακτήριζε «Δαίμονες του Βυζαντίου»), παπικές τιάρες, τουρκικά φέσια, Κερκόπορτα, Γκούρας, Ανάλατος, Ακροναυπλία, Μαυρομιχαλαίοι, 1897, Μικρά Ασία, Μεταξάς, Τσολάκογλου και Σία, Δεκέμβρης, Καπετάν Μιζέριας, Εμφύλιος, Μακρονήσι και Γιούρα, Γλύξμπουργκ, Γκοτζαμάνης, χούντα και πάει λέγοντας.
Το οιδιπόδειο σύμπλεγμα δεν είναι μόνο ψυχωσικό ή άλλο, είναι και συμβολικά ιστορικό. Ενας ευφυής (όπως κι άλλοι άλλωστε) λαός που σε δύσκολες εποχές έγινε λύτης αινιγμάτων, εφηύρε τη φιλοσοφία, την τραγωδία, την ιστορία, κυβέρνησε πολλά χρόνια πριν από τους ιμπεριαλιστές τα κύματα, είχε την αφομοιωτική ικανότητα να καθιζάνει και να φιλτράρει τα δάνεια του πολιτισμού του σύμπαντοςκαι την προσαρμοστικότητα να αφομοιώνεται ως μετανάστης με τα ξένα ήθη, μοιραίος και συχνά ανίδεος, ανυποψίαστος και απαίδευτος, πανικόβλητος από σειρήνες και αμφίσημους χρησμούς σκότωνε τους πατέρες του, την παράδοσή του, το παρελθόν του ή το ξεπουλούσε στους παλιατζήδες της ιστορίας και ασελγούσε πάνω στο σώμα της μητέρας πατρίδας του κι όταν το συνειδητοποιούσε έβγαζε με τα δάχτυλά του τα μάτια του και περιφερόταν ως ζήτουλας στα σταυροδρόμια του κόσμου, τους Κολωνούς και αναζητούσε άσυλο στα διεθνή ιερατεία της διπλωματίας και του χρήματος κι άλλοτε πάλι βρώμιζε τα ιερά του, ταμπουρωνόταν στα ιερά του άλση, κρυβόταν πίσω από το δάχτυλό του ή περίμενε την εξ ύψους βοήθεια.
Αλλοτε πάλι παραλοϊσμένος, κυνηγώντας τους αίτιους (;) των δεινών του, σαν τον Αίαντα μπερδεύει τους εχθρούς με τα άκακα αρνάκια και ρίχνεται με αρειμάνιο μένος και τα κατακρεουργεί θριαμβολογώντας για το κατόρθωμά του.
Αλλοτε πάλι σαν τον μαινόμενο Ηρακλή μπερδεύει τα παιδιά του εχθρού του με τα δικά του παιδιά και σφάζει τα βλαστάρια του για να θρηνολογήσει πάνω στα πτώματά τους όταν συνέρχεται.
Κι άλλοτε πάλι σαν την πανικόβλητη Δηιάνειρα θέλοντας να επαναφέρει στη στέγη της αγάπης τα λατρεμένα της πρόσωπα μπερδεύει τα ερωτικά φίλτρα με τα ερωτικά δηλητήρια και καταστρέφει ό,τι αγαπά.
Να γιατί έχουν «παραπονεμένα λόγια» τα τραγούδια μας, γιατί ακόμη και τα ερωτικά μας άσματα περισσότερο μιλούν για την απάρνηση, τον χωρισμό, το πένθος, τη στέρηση. Ενας λαός τραγικός, προορισμένος να εφεύρει το τραγικό είδος και εν συνεχεία να κάνει τον μύθο πράξη και τη ζωή του μίμησιν τραγικής πράξεως. Δεν είναι τυχαίο, έγραφα παλαιότερα, πως το τέλος του τραγικού είδους στο τέλος του 5ου αιώνα συμπίπτει με τη δημοσίευση της Ιστορίας του Θουκυδίδη, αφού από τον 4ο αιώνα η τραγωδία γράφεται από τους ιστορικούς, χωρίς θεϊκή παρουσία και χωρίς καν Από Μηχανής Θεούς. Πάντα όμως με την τραγική διαδικασία: «κατά το εικός και το αναγκαίον» του Αριστοτέλη.
Η ανάμνηση της Αλώσεως είναι, πρέπει να είναι, ανάμνηση όλων των αλυσιδωτών ιστορικών και πνευματικών μας Αλώσεων. Αρκεί να θυμόμαστε πάντα πως αιτία του τραγικού είναι η Υβρις, η Επαρση, η Αλαζονεία της εξουσίας, η Εθελοτυφλία, της Ατης η Απάτη που έγραφε ο Αισχύλος και μόνο μετά την Ατη έρχεται νομοτελειακά η Νέμεσις και μόνον αυτή είναι προϋπόθεση της καθάρσεως από τα ελεεινά και φοβερά ιστορικά και άλλα (κυρίως ηθικά και πνευματικά και δευτερευόντως οικονομικά) παθήματα, κοινώς φιάσκο.
28/5/10
¨ΟΒΟΛΟΣ": Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ νομισματική μονάδα και στην Ελλάδα
Το πρώτο εναλλακτικό σύστημα συναλλαγών, βασισμένο σε μια νέα κοινωνική νομισματική μονάδα, τον οβολό, λειτουργεί εδώ και ένα μήνα στη χώρα μας, με σκοπό να τονώσει τις τοπικές οικονομίες και να αντικρούσει την οικονομική κρίση που βιώνουμε.
Ο νέος τρόπος αυτοδιαχείρισης, μέσω του οποίου παρέχονται προϊόντα και υπηρεσίες χωρίς να απαιτείται η χρήση του ευρώ, αλλά η ενεργός συμμετοχή των πολιτών μέσω της ανταλλαγής υπηρεσιών και αγαθών, έχει γοητεύσει περισσότερους από 4.000 ανθρώπους πανελλαδικά, το 1/4 των οποίων αποτελούν ενεργά μέλη του.
Την ιδέα του κοινωνικού νομίσματος, που είναι γνωστή παγκοσμίως, έφερε στη χώρα μας ο επιχειρηματίας από την Πάτρα Νίκος Μπογονικολός, στην προσπάθειά του να καταδείξει πως «το χρήμα δεν είναι το παν, αφού και όταν τα χρήματα τελειώνουν μπορούμε όλοι να καταθέσουμε τον οβολό μας σε μια κοινωνία αλληλεγγύης και ελπίδας».
Ο «Οβολός» φέρει τη μορφή Σωματείου (σ.σ.: Κέντρο Μελέτης και Τεκμηρίωσης Κοινωνικού Νομίσματος) και λειτουργεί διαδικτυακά στη διεύθυνση «www.ovolos.gr». Εκεί, όπως μας εξηγεί ο κ. Μπογονικολός, οι ενδιαφερόμενοι ανοίγουν ένα λογαριασμό μέσω του οποίου δηλώνουν το είδος της συμμετοχής τους και το κοστολογούν σε μορφή οβολών. Η συμμετοχή τους μπορεί να είναι, για παράδειγμα, από ένα αγροτικό προϊόν ή μια χειροποίητη κατασκευή και από ένα μεταχειρισμένο αντικείμενο έως μια πλαστική επέμβαση ή ένα έργο τέχνης.
«Οταν τα μέλη πωλούν τα αγαθά ή τις υπηρεσίες τους», μας λέει ο κ. Μπογονικολός, «κερδίζουν οβολούς και οι λογαριασμοί τους πιστώνονται. Αντίθετα, όταν τα μέλη αγοράζουν τα αγαθά ή τις υπηρεσίες, ξοδεύουν οβολούς και οι λογαριασμοί τους χρεώνονται». Το σύστημα, όπως μας λέει, λειτουργεί, προς το παρόν, με τη χρήση ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Μπορεί, όμως, κάποιος που δεν διαθέτει προϊόντα ή υπηρεσίες να συμμετάσχει στον «Οβολό»; Και -αλήθεια- σε τι διαφέρει ο οβολός από το νομισματικό σύστημα;
Οπως μας απαντά ο ίδιος, «σε αντίθεση με το ισχύον νομισματικό σύστημα, στον "Οβολό" όλοι μπορούν να προσφέρουν, αφού η οικονομική τους δυνατότητα είναι τελείως αδιάφορη. Μπορούν να δημιουργήσουν τα δικά τους προϊόντα ή να προσφέρουν το πολυτιμότερο αγαθό όλων, τον ελεύθερο χρόνο τους. Μπορούν ακόμη και να αναπτύξουν έναν κατάλογο προτερημάτων, χόμπι ή ενδιαφερόντων, ανταποκρινόμενοι έτσι στα αιτήματα των άλλων μελών. Ο οβολός είναι μια υγιής, βιώσιμη και δημοκρατική μορφή οικονομικής σχέσης. Το σύστημα του οβολού δεν ανταμείβει τους οβολούς πλεονάσματος, ούτε σας τιμωρεί αν είστε κάτω από το μηδέν. Πλούσιοι και φτωχοί είναι όλοι ίσοι. "Οβολός" σημαίνει εμπιστοσύνη στους πόρους της κοινωνίας. Ενας οβολός αντιστοιχεί σε ένα ευρώ. Το σύστημα του οβολού είναι συνεταιριστικό και βασίζεται αποκλειστικά στα μέλη του».
Η ιδέα του κοινωνικού νομίσματος είναι γνωστή και λειτουργεί εδώ και πολλά χρόνια παγκοσμίως. Στη Γερμανία «κυκλοφορούν» περισσότερα από 180 κοινωνικά νομίσματα, ενώ τα συναντά κανείς ακόμη και σε μικρές επαρχιακές πόλεις -της Αργεντινής για παράδειγμα. Ανάλογη επιτυχία σημειώνουν σε Αγγλία, ΗΠΑ, Αυστραλία, Γαλλία, Καναδά κτλ.
Παράδειγμα πληρωμής
Ο Χ προσφέρει μαθήματα αγγλικών με κόστος 15 οβολούς την ώρα.
Ο Ψ, που έχει στον λογαριασμό του 15 οβολούς και θέλει να κάνει μαθήματα αγγλικών, έρχεται σε επαφή με τον Χ και ορίζουν το ραντεβού για μάθημα.
Οταν και τα δύο μέλη επιβεβαιώνουν ότι ο Χ παρείχε την υπηρεσία στον Ψ, τότε αυτόματα χρεώνονται οι 15 οβολοί στον Ψ και πιστώνονται στον Χ.
Τώρα ο Χ έχει στον λογαριασμό του 15 οβολούς και μπορεί να τους ξοδέψει όπως θέλει.
Μπορεί να αγοράσει οποιοδήποτε προϊόν ή υπηρεσία το οποίο παρέχεται στο Σωματείο με την αντίστοιχη τιμή σε οβολούς.
Περισσότερες πληροφορίες και δηλώσεις συμμετοχής:
www.ovolos.gr.
http://www.facebook.com/group.php?gid=43387698307.
http://ourovolos.blogspot.com/.
Ισοδυναμούσε με 8 χαλκούς στην αρχαιότητα
Ο οβολός (αρχ. ελλ.: οβολός, πληθ.: οβολοί) ήταν αρχαίο ελληνικό νόμισμα μικρής αξίας που ισοδυναμούσε με 8 χαλκούς.
Η λέξη «οβολός», που σήμαινε «μικρό σουβλί», προέρχεται από το σχήμα των πρώτων νομισμάτων, τα οποία ήταν μακρόστενες, μυτερές μεταλλικές βέργες. Η λέξη αυτή παρέμεινε όταν τα νομίσματα πήραν μικρή στρογγυλή μορφή και από κει και πέρα χρησιμοποιήθηκε γι' αυτά που ήταν μικρής ονομαστικής αξίας.
Η λέξη «obulus» χρησιμοποιήθηκε αργότερα και από τους Ρωμαίους για να χαρακτηρίσουν τα χρήματα, ενώ ακόμα και ο «οβελίσκος» (π.χ. ο οβελίσκος του Θεοδόσιου Α') προέρχεται από αυτή την ελληνική λέξη, λόγω του μακρόστενου σουβλερού σχήματος που είχε. Εκτός από το συγκεκριμένο νόμισμα, «οβολό» ονομάζουμε ένα μικρό ή συμβολικό ποσό το οποίο παραθέτουμε, δωρίζουμε ή προσφέρουμε οικειοθελώς.
Στην ελληνική μυθολογία, ο οβολός είναι το συμβολικό ποσό που κόστιζε η μεταφορά στον Αδη από τον Χάροντα, και γι' αυτό βρίσκουμε στους τάφους το νόμισμα αυτό.
Επίσης, οβολός ονομάζεται το νόμισμα που κόπηκε το 1819 στα νησιά του Ιονίου.
27/5/10
25/5/10
δεν αντέχουμε άλλο να βλέπουμε να ρημάζετε τις ζωές μας
«Απ’ τα τσακάλια,
δε γλυτώνεις μ’ εφκές ή παρακάλια»
(Κ. Βάρναλης).
Δεν μας κλέψατε μονό τον ισχνό μισθό μας, που με δικά μας έξοδα μας δίνατε.
Μας ΚΛΕΨΑΤΕ τους πιο ακριβούς θησαυρούς μας, που μέσα στην παλιά κασέλα
κρύβαμε:
Την ελπίδα για το αυριανό σαλπάρισμα, προς μια καινούργια χώρα.
Τα εισιτήρια για το ταξίδι μας, για μια ζωή που μας αξίζει.
Το κρυφό ανεπίδοτο γράμμα στους κυβερνήτες μας, που μας πρόδωσαν.
Τη φωτογραφία του πεθαμένου καπετάνιου μας, να καλαφατίζει ολοκαίνουργο
καράβι, πλησίστιο για το λιμάνι της ελπίδας.
Τη φωτογραφία της γιαγιάς, με τα παραμύθια, για τις όμορφες αλλοτινές μέρες.
Τη χαρά, να βλέπουμε το χαμόγελο στα χείλη των παιδιών μας κι όλων των
παιδιών, στο πρωινό ξεμύτισμα του Ήλιου.
Τα μυστικά σχέδια των «επαναστάσεών» μας, για όλα όσα μας πληγώνουν.
Όλες τις ιδανικές μας αυταπάτες, που μας κρατούσαν στη ζωή.
ΠΟΥΛΗΣΑΤΕ όλα τα υπάρχονταά μας, αντί πινακίου φακής, στις άπληστες αγορές και το αντίτιμό τους το καταχραστήκατε.
ΜΑΣ ΑΦΗΣΑΤΕ ΑΛΑΛΟΥΣ, χωρίς τη θεϊκή μας γλώσσα, να ψελλίζουμε γρυλίσματα δήθεν ευρωπαϊκά.
ΜΑΣ ΚΛΕΙΣΑΤΕ Τ’ ΑΥΤΙΑ, για να μην ακούμε τον απολλώνιο ύμνο μας, πάρα μόνο το τιντίρισμα του άνομου χρυσού σας και το γρύλισμα των αδόντων αιδοίων της τηλετύφλωσης.
ΜΑΣ ΤΥΦΛΩΣΑΤΕ για να μην βλέπουμε τον δικό μας Παρθενώνα, πάρα μόνο τη
γύμνια των χρυσωμένων οπισθίων της παγκοσμιοποιημένης αγοράς σας.
ΜΑΣ ΜΑΘΑΤΕ ΝΑ ΜΙΛΑΜΕ ΦΟΒΙΣΜΕΝΑ και με καλοδεχούμενες λέξεις από όλες τις λογοκρισίες. Με κομψές εκφράσεις που δεν ενοχλούν καμία καθεστηκυία τάξη. Να μην λέμε τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη, και τους κλέφτες κλέφτες.
Τώρα στα σχολεία διδάσκουν:
«Την εποχή των αγενών μετάλλων» (Μ. Αναγνωστάκης).
Την νεοφιλελεύθερη ιστορία του συνωστισμού της Σμύρνης.
Την πολυπολιτισμική αρλούμπα της εκρίζωσης των μύθων και των παραδόσεων ενός λαού που γέννησε τον μύθο και τον έκανε παράδοση.
Μυθοδίαιτος, όμως, είναι ο άνθρωπος. Αδύνατον να ζήσει χωρίς μύθο.
ΜΥΘΟΠΟΙΗΣΕ ΤΗΝ ΑΠΟΜΥΘΟΠΟΙΗΣΗ.
Κι έμεινε ξυλάρμενο μέσα στον ωκεανό του παγκοσμιοποιημένου τίποτα.
Να, έρχονται, οι παγκοσμιοποιημένοι τυμπανιστές:
Του χυδαίου ρυθμού των ορμονών του σεξ (όχι του έρωτα).
Της ασχήμιας των καταναλωτικών παραισθήσεων.
Του βόρβορου των χρηματοπιστωτικών ψευδαισθήσεων.
Της καταφρόνιας των κοινωνικών διεκδικήσεων.
Οι προγραφείς τεχνοκράτες.
«Οι ληξίαρχοι των ημερών μας» (Μ. Αναγνωστάκης), από την Εσπερία.
Τα ΠΗΡΑΝΕ όλα, τα ΚΛΕΨΑΝΕ όλα, τα ΧΑΛΑΣΑΝΕ όλα.
Αυτοί, των ονείρων οι παγκοσμιοποιημένοι τρομοκράτες.
Ελαύνουν, τα επίλεκτα αγήματα:
Των βιαστών της εθνικής μας συνείδησης.
Των κερδοσκόπων του ιδρώτα του λαού μας, ντόπιων και ξένων.
Των «περάστε αυθέντα» πολιτικατζήδων μας.
Των εκμαυλιστών των οραμάτων μας.
Των δολοφόνων των ονείρων μας.
Των εργολάβων του ξεπουλήματος της χώρας μας
Εμείς, όμως, μήτε το Κουραδονήσι μας σας πουλάμε, αχρείοι της Εσπερίας (ντόπιοι και ξένοι).
Σπουδαγμένοι της Δύσης, περπατάτε πάνω στους μύθους του Ησιόδου, του Αισχύλου, του Σοφοκλή, του Ευριπίδη.
Πατάτε πάνω στους ώμους του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Ηράκλειτου, του Παρμενίδη, του Εμπεδοκλή.
Ζείτε μέσα στο πιθάρι του Σκύλου Διογένη και των άλλων κυνικών.
Γράφετε Ιστορία με τη γραφίδα του Θουκυδίδη.
Και ξεχνάτε, υπερφίαλοι αθέμιστοι (Όμηρος), απόφοιτοι των φώτων της Εσπερίας, πως: Στο ίδιο τούτο το χώμα, ο ίδιος λαός, εδώ και 3.000 χρόνια μιλάει την ίδια γλώσσα και λέει τον ουρανό, ουρανό• τη θάλασσα, θάλασσα• τη γη, γη• τον αέρα, αέρα.
Και δεν μάθατε, σεις, οι πολιτισμένοι της Δύσης, πως:
Πολλοί γαρ πλουτούσι κακοί, αγαθοί δε πένονται.
Αλλ’ ημείς αυτοίς ου διαμειψόμεθα της αρετής τον πλούτον:
μα εμείς δεν θ αλλάξουμε την αρετή με τα δικά τους πλούτη. (Σόλων)
Και δεν περνάει από τον νου σας, σας διαφεύγει, Κήνωνες φύσγοντες: χοντροκοιλαράδες, (Αλκαίος, λυρικός ποιητής από τη Μυτιλήνη) πως:
«Με την αρετή η Ελλάδα, αντιμάχεται την φτώχεια και τη σκλαβιά: Αρετή διαχρεωμένη η Ελλάς την τε πενίην απαμύνεται και την δεσποσύνην» (Ηρόδοτος).
Την αρετή μας την ξεφτίσαμε με τα χρυσοστόλιστα ψιμύθια, που μας πασάρατε. Μα υπάρχει, αλώβητη, η ανάμνησή της.
Κάπου, κρυφά, στη θάλασσα της ψυχής μας, στις θάλασσες της ελληνικής πατρίδας, κάτω από «τον ήλιο τον ηλιάτορά μας», αρμενίζει «το τρελοβάπορο» των Ελλήνων Ανθρώπων.
Χρόνους μας ταξιδεύει δε βουλιάξαμε
Χίλιους καπεταναίους τους αλλάξαμε
Από τα βάθη φτάνει τους παλιούς καιρούς
Βάσανα ξεφορτώνει και αναστεναγμούς
...
Κατακλυσμούς ποτέ δε λογαριάσαμε
Μπήκαμε μεσ’ στα όλα και περάσαμε. (Ο. Ελύτης).
Γιατί, ευρωπαιοχρυσαγορίτες — Ευρωπαίοι και χρυσά αγόρια (golden boyes για τους αγγλοβαρεμένους και αγορά) και ΗΠΑνθρωποι και ΔΝΤ (Διεθνή Νομισματικά Τέρατα)
στα μέρη τα δικά μας, (σ.σ. στην καθ’ ημάς Ανατολή), κάνει ό,τι ώρα μας αρέσει κι ας λένε τα Γκρήνουιτς, (Ο. Ελύτης). Με μια απαραίτητη προϋπόθεση γι’ αυτό το «κάνει ό,τι ώρα μας αρέσει»: Η ευαισθησία και η εντιμότητα δεν αγοράζονται, ούτε πωλούνται στην αγορά.
Γιατί, κι άλλοτε, «Όταν σηκώσαμε τη σημαία αναντίον της τυραγνίας»,
Μαζί με τον «αγράμματο» Μακρυγιάννη μας — μακάρι να μπορούσαν να νιώσουν μια λέξη του οι «φωτισμένοι» Δυτικοί.
Μαζί με τον αθυρόστομο-ελευθερόστομο, «κλάστε μου τώρα τον μπούτζον», Καραϊσκάκη μας (Δ. Φωτιάδη, Καραϊσκάκης, σελ. 885), τον δολοφονημένο από τους ξένους και τους ντόπιους σφουγγοκωλάριούς τους.
Μαζί με όλους του πατριώτες Έλληνες, από καταβολής της ιστορίας του λαού μας — κι ας μην έλειψαν οι προδότες, οι ρουφιάνοι, οι δωσίλογοι, οι κάλπηδες, οι πατριδέμποροι. Κι ο Νόμος, «των ανόμων ασπίδα».
Γιατί, και τότε, «Ξέραμε ότι είναι πολλοί... κι έχουν όλα τα μέσα... όμως πολεμούμεν όσο μπορούμεν ανατίον της τυραγνίας». (Μακρυγιάννης).
Γιατί, για τους Έλληνες (όχι για τους μεταμοντέρνους νεοελληναράδες πατριδεμπόρους):
«Ουδέν γλύκιον πατρίδος» (Όμηρος).
«Σ’ όλους τους τόπους κι αν γυρνώ
Μόνον ετούτον αγαπώ» (Ο. Ελύτης).
Ελευθέριος Ανευλαβής
δε γλυτώνεις μ’ εφκές ή παρακάλια»
(Κ. Βάρναλης).
Δεν μας κλέψατε μονό τον ισχνό μισθό μας, που με δικά μας έξοδα μας δίνατε.
Μας ΚΛΕΨΑΤΕ τους πιο ακριβούς θησαυρούς μας, που μέσα στην παλιά κασέλα
κρύβαμε:
Την ελπίδα για το αυριανό σαλπάρισμα, προς μια καινούργια χώρα.
Τα εισιτήρια για το ταξίδι μας, για μια ζωή που μας αξίζει.
Το κρυφό ανεπίδοτο γράμμα στους κυβερνήτες μας, που μας πρόδωσαν.
Τη φωτογραφία του πεθαμένου καπετάνιου μας, να καλαφατίζει ολοκαίνουργο
καράβι, πλησίστιο για το λιμάνι της ελπίδας.
Τη φωτογραφία της γιαγιάς, με τα παραμύθια, για τις όμορφες αλλοτινές μέρες.
Τη χαρά, να βλέπουμε το χαμόγελο στα χείλη των παιδιών μας κι όλων των
παιδιών, στο πρωινό ξεμύτισμα του Ήλιου.
Τα μυστικά σχέδια των «επαναστάσεών» μας, για όλα όσα μας πληγώνουν.
Όλες τις ιδανικές μας αυταπάτες, που μας κρατούσαν στη ζωή.
ΠΟΥΛΗΣΑΤΕ όλα τα υπάρχονταά μας, αντί πινακίου φακής, στις άπληστες αγορές και το αντίτιμό τους το καταχραστήκατε.
ΜΑΣ ΑΦΗΣΑΤΕ ΑΛΑΛΟΥΣ, χωρίς τη θεϊκή μας γλώσσα, να ψελλίζουμε γρυλίσματα δήθεν ευρωπαϊκά.
ΜΑΣ ΚΛΕΙΣΑΤΕ Τ’ ΑΥΤΙΑ, για να μην ακούμε τον απολλώνιο ύμνο μας, πάρα μόνο το τιντίρισμα του άνομου χρυσού σας και το γρύλισμα των αδόντων αιδοίων της τηλετύφλωσης.
ΜΑΣ ΤΥΦΛΩΣΑΤΕ για να μην βλέπουμε τον δικό μας Παρθενώνα, πάρα μόνο τη
γύμνια των χρυσωμένων οπισθίων της παγκοσμιοποιημένης αγοράς σας.
ΜΑΣ ΜΑΘΑΤΕ ΝΑ ΜΙΛΑΜΕ ΦΟΒΙΣΜΕΝΑ και με καλοδεχούμενες λέξεις από όλες τις λογοκρισίες. Με κομψές εκφράσεις που δεν ενοχλούν καμία καθεστηκυία τάξη. Να μην λέμε τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη, και τους κλέφτες κλέφτες.
Τώρα στα σχολεία διδάσκουν:
«Την εποχή των αγενών μετάλλων» (Μ. Αναγνωστάκης).
Την νεοφιλελεύθερη ιστορία του συνωστισμού της Σμύρνης.
Την πολυπολιτισμική αρλούμπα της εκρίζωσης των μύθων και των παραδόσεων ενός λαού που γέννησε τον μύθο και τον έκανε παράδοση.
Μυθοδίαιτος, όμως, είναι ο άνθρωπος. Αδύνατον να ζήσει χωρίς μύθο.
ΜΥΘΟΠΟΙΗΣΕ ΤΗΝ ΑΠΟΜΥΘΟΠΟΙΗΣΗ.
Κι έμεινε ξυλάρμενο μέσα στον ωκεανό του παγκοσμιοποιημένου τίποτα.
Να, έρχονται, οι παγκοσμιοποιημένοι τυμπανιστές:
Του χυδαίου ρυθμού των ορμονών του σεξ (όχι του έρωτα).
Της ασχήμιας των καταναλωτικών παραισθήσεων.
Του βόρβορου των χρηματοπιστωτικών ψευδαισθήσεων.
Της καταφρόνιας των κοινωνικών διεκδικήσεων.
Οι προγραφείς τεχνοκράτες.
«Οι ληξίαρχοι των ημερών μας» (Μ. Αναγνωστάκης), από την Εσπερία.
Τα ΠΗΡΑΝΕ όλα, τα ΚΛΕΨΑΝΕ όλα, τα ΧΑΛΑΣΑΝΕ όλα.
Αυτοί, των ονείρων οι παγκοσμιοποιημένοι τρομοκράτες.
Ελαύνουν, τα επίλεκτα αγήματα:
Των βιαστών της εθνικής μας συνείδησης.
Των κερδοσκόπων του ιδρώτα του λαού μας, ντόπιων και ξένων.
Των «περάστε αυθέντα» πολιτικατζήδων μας.
Των εκμαυλιστών των οραμάτων μας.
Των δολοφόνων των ονείρων μας.
Των εργολάβων του ξεπουλήματος της χώρας μας
Εμείς, όμως, μήτε το Κουραδονήσι μας σας πουλάμε, αχρείοι της Εσπερίας (ντόπιοι και ξένοι).
Σπουδαγμένοι της Δύσης, περπατάτε πάνω στους μύθους του Ησιόδου, του Αισχύλου, του Σοφοκλή, του Ευριπίδη.
Πατάτε πάνω στους ώμους του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Ηράκλειτου, του Παρμενίδη, του Εμπεδοκλή.
Ζείτε μέσα στο πιθάρι του Σκύλου Διογένη και των άλλων κυνικών.
Γράφετε Ιστορία με τη γραφίδα του Θουκυδίδη.
Και ξεχνάτε, υπερφίαλοι αθέμιστοι (Όμηρος), απόφοιτοι των φώτων της Εσπερίας, πως: Στο ίδιο τούτο το χώμα, ο ίδιος λαός, εδώ και 3.000 χρόνια μιλάει την ίδια γλώσσα και λέει τον ουρανό, ουρανό• τη θάλασσα, θάλασσα• τη γη, γη• τον αέρα, αέρα.
Και δεν μάθατε, σεις, οι πολιτισμένοι της Δύσης, πως:
Πολλοί γαρ πλουτούσι κακοί, αγαθοί δε πένονται.
Αλλ’ ημείς αυτοίς ου διαμειψόμεθα της αρετής τον πλούτον:
μα εμείς δεν θ αλλάξουμε την αρετή με τα δικά τους πλούτη. (Σόλων)
Και δεν περνάει από τον νου σας, σας διαφεύγει, Κήνωνες φύσγοντες: χοντροκοιλαράδες, (Αλκαίος, λυρικός ποιητής από τη Μυτιλήνη) πως:
«Με την αρετή η Ελλάδα, αντιμάχεται την φτώχεια και τη σκλαβιά: Αρετή διαχρεωμένη η Ελλάς την τε πενίην απαμύνεται και την δεσποσύνην» (Ηρόδοτος).
Την αρετή μας την ξεφτίσαμε με τα χρυσοστόλιστα ψιμύθια, που μας πασάρατε. Μα υπάρχει, αλώβητη, η ανάμνησή της.
Κάπου, κρυφά, στη θάλασσα της ψυχής μας, στις θάλασσες της ελληνικής πατρίδας, κάτω από «τον ήλιο τον ηλιάτορά μας», αρμενίζει «το τρελοβάπορο» των Ελλήνων Ανθρώπων.
Χρόνους μας ταξιδεύει δε βουλιάξαμε
Χίλιους καπεταναίους τους αλλάξαμε
Από τα βάθη φτάνει τους παλιούς καιρούς
Βάσανα ξεφορτώνει και αναστεναγμούς
...
Κατακλυσμούς ποτέ δε λογαριάσαμε
Μπήκαμε μεσ’ στα όλα και περάσαμε. (Ο. Ελύτης).
Γιατί, ευρωπαιοχρυσαγορίτες — Ευρωπαίοι και χρυσά αγόρια (golden boyes για τους αγγλοβαρεμένους και αγορά) και ΗΠΑνθρωποι και ΔΝΤ (Διεθνή Νομισματικά Τέρατα)
στα μέρη τα δικά μας, (σ.σ. στην καθ’ ημάς Ανατολή), κάνει ό,τι ώρα μας αρέσει κι ας λένε τα Γκρήνουιτς, (Ο. Ελύτης). Με μια απαραίτητη προϋπόθεση γι’ αυτό το «κάνει ό,τι ώρα μας αρέσει»: Η ευαισθησία και η εντιμότητα δεν αγοράζονται, ούτε πωλούνται στην αγορά.
Γιατί, κι άλλοτε, «Όταν σηκώσαμε τη σημαία αναντίον της τυραγνίας»,
Μαζί με τον «αγράμματο» Μακρυγιάννη μας — μακάρι να μπορούσαν να νιώσουν μια λέξη του οι «φωτισμένοι» Δυτικοί.
Μαζί με τον αθυρόστομο-ελευθερόστομο, «κλάστε μου τώρα τον μπούτζον», Καραϊσκάκη μας (Δ. Φωτιάδη, Καραϊσκάκης, σελ. 885), τον δολοφονημένο από τους ξένους και τους ντόπιους σφουγγοκωλάριούς τους.
Μαζί με όλους του πατριώτες Έλληνες, από καταβολής της ιστορίας του λαού μας — κι ας μην έλειψαν οι προδότες, οι ρουφιάνοι, οι δωσίλογοι, οι κάλπηδες, οι πατριδέμποροι. Κι ο Νόμος, «των ανόμων ασπίδα».
Γιατί, και τότε, «Ξέραμε ότι είναι πολλοί... κι έχουν όλα τα μέσα... όμως πολεμούμεν όσο μπορούμεν ανατίον της τυραγνίας». (Μακρυγιάννης).
Γιατί, για τους Έλληνες (όχι για τους μεταμοντέρνους νεοελληναράδες πατριδεμπόρους):
«Ουδέν γλύκιον πατρίδος» (Όμηρος).
«Σ’ όλους τους τόπους κι αν γυρνώ
Μόνον ετούτον αγαπώ» (Ο. Ελύτης).
Ελευθέριος Ανευλαβής
21/5/10
Janis Joplin -Summertime
Summertime,
And the livin' is easy
Fish are jumpin'
And the cotton is high
Your daddy's rich
And your mamma's good lookin'
So hush little baby
Don't you cry
One of these mornings
You're going to rise up singing
Then you'll spread your wings
And you'll take to the sky
But till that morning
There's a'nothing can harm you
With daddy and mamma standing by
Summertime,
And the livin' is easy
Fish are jumpin'
And the cotton is high
Your daddy's rich
And your mamma's good lookin'
So hush little baby
Don't you cry
19/5/10
Monika -Yes I do
27 of December is arrived and i think its Saturday.
Greece is turning into white and it's cold.
We dont really care.
I keep thinking of the way that we were met
Feels like its a fairy tale
Youre the princess the most beautiful Ive seen
I am just a prince
I can make you play
I can make you smile
I can make you safe in my foolish arms
Youre my sweetest kiss
Youre my immortality
Youre my pretty world spins inside my little mind little mind
Now were kissing and were saying to each other
Just a little I do
But the thing is what we really want
It cannot be said
And I promise I will never let that death
Take you from me anyway
Ill throw us stars, stars. Stars
To wish well never die
Youre my brightest sun
Youre my crystal sea
Youre my loudest rhythm
Beats inside my heart
I will make you laugh
I will make you fly to the shinny skies where
Where well live in happiness.
18/5/10
Λ. Μαχαιρίτσας & Παιδική χορωδία Σπύρου Λάμπρου -Τερατάκια τσέπης
Στίχοι: Ισαάκ Σούσης
Μουσική: Magni-Zappa
Πρώτη εκτέλεση: Λαυρέντης Μαχαιρίτσας & Παιδική χορωδία Σπύρου Λάμπρου (Ντουέτο)
Στα τριάντα σου
δεν κρατιόσουνα
για άνετος μου περνιόσουνα
τώρα στα σαρανταπέντε
πατριάρχης το 'χεις δει
Ούτε ειλικρινής
ούτε ανθρωπιστής
σαν ξοφλημένος αγωνιστής
που φοβάται το παιχνίδι
και το παίζει δικαστής
Τερατάκι της τσέπης
καθρεφτάκι της λύπης
κάποτε ήμουνα χίπις
και φρικιό και αντιεξουσιαστής
Τι καρνάβαλος
τι κανίβαλος
εγώ ο δικός σου αντίλαλος
πως θα γίνω σχεδιάζεις
μα απ' τη μύτη θα σου βγει
Πού το πάω εγώ
τι ζητάς εσύ
αν δεις σωστά την απόσταση
δεν θα έχεις στο τσεπάκι
έτοιμη τη συνταγή
Μα τι λες ρε μεγάλε
πόσο μου 'μοιασες σ' όλα
παικταρά παρ' τα μου όλα
άσε κάτι για τον ψυχαναλυτή
Γι' αυτό μη μιλάς
και μη μου κολλάς
για να το παίζεις χαζομπαμπάς
αν ζητάς κολλητιλίκια
μάθε να μη μου τη σπας
Στα τριάντα σου
δεν κρατιόσουνα
για άνετος μου περνιόσουνα
τώρα στα σαρανταπέντε
πατριάρχης το 'χεις δει
Συμφωνήσαμε και πατσίσαμε
κι αφού κι οι δυο
την πατήσαμε
συνεχίζουμε με κόντρες
μια σχέση τρυφερή
Και αφού κανείς
δεν ευθύνεται
αυξάνεται και πληθύνεται
του ανθρώπου η συμμορία
ζούγκλα οικογενειακή
16/5/10
15/5/10
η εξαγωγή εγκεφάλων
Tης Έλλης Τριανταφϋλλου
Στο δέκατο ζευγάρι φίλων με παιδιά στο σχολείο που συνάντησα, σφίχτηκε η ψυχή μου. Ολοι, μα όλοι, ανεξάρτητα αν τα βγάζουν πέρα τσίμα-τσίμα ή διαθέτουν σχετική ή μεγάλη οικονομική άνεση, ζουν πλέον για την ημέρα που θα αποχαιρετήσουν τα τέκνα τους στο αεροδρόμιο για το εξωτερικό. Κανείς τους δεν αφήνει, έστω μία πιθανότητα, να είναι αυτή η χώρα ελκυστική όταν τα παιδιά τους θα τελειώσουν, σε πέντε, δέκα χρόνια το λύκειο και θα πρέπει να επιλέξουν την περαιτέρω πορεία τους.
Γυρίσαμε, άραγε, ξαφνικά στην εποχή του μεγάλου ξεριζωμού που ύμνησε ο Καζαντζίδης; Πενήντα χρόνια πίσω; Ηταν, άραγε, ποτέ καλύτερα τα πράγματα για τους νέους της Ελλάδας και ιδιαίτερα για τους «προικισμένους», με τις σοβαρές σπουδές και τα μεταπτυχιακά;
Μάλλον όχι, αν κρίνει κανείς από τα στατιστικά στοιχεία που δείχνουν ότι σχεδόν ένας στους δύο νέους επιστήμονες εγκαταλείπει την Ελλάδα για να αναζητήσει μια καλύτερη ευκαιρία σε χώρες της Ε. Ε και στις ΗΠΑ. Χαρακτηριστικά, την τελευταία δεκαετία έχουν παραμείνει μετά τις σπουδές τους στο εξωτερικό ή έχουν φύγει από την Ελλάδα 550.000 νέοι Ελληνες, κάτοχοι μεταπτυχιακών ή διδακτορικών τίτλων σπουδών, τους οποίους η ελληνική οικονομία λόγω της τεχνολογικής της καθυστέρησης αδυνατεί να απορροφήσει.
Δηλαδή, η Ελλάδα καταναλώνει τους πολύτιμους και δυσεύρετους δημόσιους πόρους για να εκπαιδεύει ανθρώπους τους οποίους στη συνέχεια αξιοποιούν άλλες χώρες.
Είναι αυτονόητος ο προβληματισμός, η αγωνία και η συζήτηση για το έλλειμμα και το δύσβατο πεδίο του δανεισμού. Το ερώτημα είναι γιατί ποτέ δεν θεωρήθηκε αυτονόητος και ο προβληματισμός για τη φυγή από την πατρίδα όλων εκείνων που θα μπορούσαν να συμβάλουν σημαντικά στον εκσυγχρονισμό της. Πόσα χρόνια τώρα ακούμε στις προεκλογικές ομιλίες των αρχηγών των κομμάτων ότι η επένδυση στην ανθρώπινη γνώση είναι το μέλλον κάθε χώρας; Πόση βάσανος απαιτείται για να αντιληφθούμε ότι θα αποβεί μοιραίο για το μέλλον μας το γεγονός ότι σχεδόν το μόνο «εξαγώγιμο είδος» έχουν καταντήσει να είναι όσοι διαθέτουν εξειδικευμένη γνώση και μπορούν να επιβιώσουν σε πραγματικά ανταγωνιστικό περιβάλλον;
Πόση σοφία απαιτείται για να προβλέψει κανείς ότι μια χώρα που εξάγει υψηλά εκπαιδευμένους με εθνική συνείδηση και εισάγει ανειδίκευτους μετανάστες με αμφίβολες προοπτικές ενσωμάτωσης, μπαίνει σε επικίνδυνο μονοπάτι;
Πόσος πνευματικός κόπος χρειάζεται για να συνειδητοποιήσει κανείς ότι η επιβράβευση της μετριότητας καταλήγει στην καλύτερη περίπτωση σε μέτρια αποτελέσματα;
Και τι, άραγε, να απαντήσει κανείς σε όλους τους άλλους, εκείνους που επέλεξαν κάποια στιγμή να επιστρέψουν στην πατρίδα, που δεν ήξεραν να κλέβουν και να δίνουν μίζες, που δεν εκμαυλίστηκαν, και που σήμερα κυρτώνουν κουρασμένοι τους ώμους, αδύναμοι να παλέψουν με τα τέρατα της διαφθοράς για να επιβιώσουν;
Είναι σαφές ότι ούτε η μετανάστευση των αρίστων μπορεί να αντιστραφεί διά μαγείας ούτε να καταλαγιάσει η αγωνία όλων ημών των υπολοίπων. Είναι όμως εξίσου αυταπόδεικτο ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι. Στράγγιξε η πατρίδα μας από οράματα και από προοπτικές. Εμεινε από πίστη και από πυξίδα και βολοδέρνει χωρίς προσανατολισμό στην τρικυμία των καιρών. Αναγκαστικός ο αγώνας για την εξασφάλιση καλύτερων επιτοκίων, δεν λέω, αλλά δεν αρκεί. Από το 2000 ακόμη, όταν η Ε. Ε. έθεσε ως στόχο να γίνει η Ενωση μέχρι τα τέλη της δεκαετίας «η πιο δυναμική και ανταγωνιστική οικονομία στον κόσμο, βασισμένη στη γνώση», τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη έδωσαν απόλυτη προτεραιότητα στην προαγωγή της έρευνας. Εμείς, και σε αυτό το κεφάλαιο, επενδύσαμε στη ρητορική της γνώσης, και όχι στην ίδια τη γνώση.
Ας προβληματιστούμε, έστω τώρα, προς τα πού θέλουμε να πάει η χώρα. Ας καθήσουν σοβαρά κάτω οι ειδικοί και ας μετρήσουν τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας και της οικονομίας και το πώς αυτές θα συνδεθούν με τον επαγγελματικό προσανατολισμό και την εκπαιδευτική πολιτική. Δεν πάει άλλο έτσι...
13/5/10
Η Ελλάδα κινδυνεύει από δεύτερη άλωση κι εσείς θα το επιτρέψετε;
Ανοιχτή επιστολή του ποιητή Δημήτρη Ιατρόπουλου,
στους Έλληνες τραπεζίτες, μεγαλοεπιχειρηματίες, εφοπλιστές κι αρχοντοδεσπότες
στους Έλληνες τραπεζίτες, μεγαλοεπιχειρηματίες, εφοπλιστές κι αρχοντοδεσπότες
«Κυρίες και Κύριοι, αδελφοί Συνέλληνες. Τώρα που πέσανε πια όλες οι μάσκες, τώρα που η χώρα αυτή, για άλλους Πατρίδα, για άλλους χώρος επιχειρήσεων και για άλλους κερδοσκοπικός παράδεισος, κινδυνεύει όχι πλέον να πτωχεύσει αλλά να σβηστεί απ τον παγκόσμιο χάρτη κυριολεκτικά, σε ελάχιστα μονάχα χρόνια, τώρα λοιπόν που οι κατεργάρηδες μέσα κι έξω απ τον τόπο, είναι τόσοι πολλοί ώστε να μην υπάρχουν πάγκοι για να καθίσουν, ας κοιταχτούμε στα μάτια, στα ίσα, κι ας κουβεντιάσουμε σταράτα και κάθετα.
Γνωριζόμαστε όλοι σ’ αυτό τον τόπο. Εννοώ κι εσάς τους 10.000 –δεν είσαστε περισσότεροι- κι εμάς που παροικούμε την Ιερουσαλήμ της Ενημέρωσης ως ένοικοι του Δημόσιου Βήματος αυτής εδώ της τραυματισμένης Δημοκρατίας.
Δεν ωφελεί κανέναν μας πια, η Οπισθοδακτυλοκρυψία, το Συναξάρισμα, η Επαγγελματική Υποκρισία και το Αλληλοπαραμύθιασμα. Η Ελλάδα έγινε Μπατεσκυλαλεσταρία. Απευθύνομαι σ’ εσάς, -με ξέρετε όλοι, περνάτε καλά μαζί μου όταν «τα χώνω» από τηλεοράσεως, έχετε διασκεδάσει με τα τραγούδια μου, κοντά μισόν αιώνα τώρα, και σε κάποιες εξαιρέσεις σας μάλιστα, έχετε επικοινωνήσει και με τον καθαρό ποιητικό μου λόγο, κλπ.
Απευθύνομαι σ εσάς, διότι εσείς κυβερνάτε εδώ και πολλά χρόνια τον τόπο. Αγοράζετε και εξαγοράζετε επίορκους, ανίκανους και φτωχομπινέδες πολιτικούς, -οι εξαιρέσεις, πασίγνωστες και φωτεινές δεν αρκούν να τουμπάρουν τη ζυγαριά- φτιάχνετε νόμους και καθιερώνετε διατάξεις σύμφωνα με τα κλειστά δικά σας συμφέροντα, γράφοντας στα παλιά σας τα παπούτσια το λαό αυτής της χώρας. Τον οποίο συχνά πυκνά φωνάζετε να σκύψει κι άλλο και να βγάλει απ τη μύγα το ξύγκι να το καταθέσει στις ατέλειωτες τεράστιες δεξαμενές χρημάτων που είτε κληρονομικά, είτε με τη δικιά σας μαεστρία και ικανότητα, έχετε αποθηκεύσει για πολλές-πολλές γενιές των οικογενειών σας.
Απευθύνομαι σ’ εσάς γιατί δεν είσαστε όλοι παλιοτόμαρα, η συντριπτική σας πλειοψηφία έχει σπουδάσει, συνήθως στο εξωτερικό, έχετε λάβει και ελληνική παιδεία, ξέρετε γλώσσες αλλά μιλάτε και την ελληνική πολύ καλά.
Έχετε διαβάσει ιστορία και μετέχετε των παραδόσεων στο βαθμό που οι τελετές τους σας εξασφαλίζουν ένα μίνιμουμ ψυχικής ευφορίας.
Πολλοί από σας είσαστε και αληθινά φιλοπάτριδες. Και βοηθάτε μακριά από τη δημοσιότητα με συγκεκριμένο φιλανθρωπικό έργο.
Κανείς δεν δικαιούται να σας βάλει σ' ένα καζάνι όλους μαζί, έτσι απλουστευτικά και αφελώς.
Απευθύνομαι λοιπόν σ εσάς, γιατί ετούτες τις μέρες η Ιστορία μας η Ελληνική, μας χτυπάει τα τζάμια των παραθύρων, έρχεται τη νύχτα στον ύπνο μας, κυκλοφορεί αμεταμφίεστη πλέον στους δρόμους μας, τη βλέπετε βουρκωμένη να κρεμιέται σαν την πρώτη τυχούσα πουτάνα στα περίπτερα...
Κατ αρχήν, εσείς οι τραπεζίτες μας. Όπως η ίδια η Τράπεζα της Ελλάδας ομολογεί, το ενεργητικό σας είναι 580 δισεκατομμύρια Ευρώ. Τα τελευταία χρόνια μονάχα, κερδίσατε 350 δις!
Κι εσείς οι επιχειρηματίες μας. Τα «Νέα» γράφανε το Μάη του 09, αυτό που αποκαλύπτει το παγκόσμιο Δίκτυο Φορολογικής Δικαιοσύνης, ότι έχετε 10.000 οφ- σορ εταιρίες δικές σας και κάνετε κάθε χρόνο τζίρο, 500 δις!
6.000 από σας χρωστάτε 15 δις ευρώ στο κράτος! Αλλά τα ρέπος σας, γίνανε τα τελευταία χρόνια 277 δις ευρώ! Και οι προθεσμιακές σας καταθέσεις στις τράπεζες είναι άλλα 136 δις!
Και το επίσημο Ενεργητικό των επιχειρήσεών σας, (τα λέει η ICAP αυτά) έχει φτάσει στα 700 δις!
Την ίδια ώρα αυτή η κυβέρνηση, έχει κιόλας ανακοινώσει τη χρηματοδότησή σας με 10 δις ευρώ μέσω του ΕΣΠΑ, με άλλα 7,2 δις ευρώ μέσω του Επενδυτικού Νόμου, με άλλα 6 δις μέσω των «Συμπράξεων Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα», ενώ άλλα 4 δις ευρώ σας τα χαρίζει για τις πληρωμές των ασφαλιστικών εισφορών που οφείλετε!
Τι άλλο θέλετε πια; ΄Ελεος!
Εσείς οι εφοπλιστές μας, πάλι, το έλλειμμα των 30 δις ευρώ για το οποίο πάμε να βουλιάξουμε έναν ολόκληρο λαό στη μιζέρια, ισοδυναμεί, («Καθημερινή» (8/9/2009)), με μια και μόνο παραγγελία σας για τη ναυπήγηση των νέων 777 ποντοπόρων πλοίων σας εντός του 2009!
Όσο για σας αρχοντοδεσπότες, με την αμύθητη περιουσία που δεν μπορεί να μετρηθεί καν, τι να πει κανείς, οι αριθμοί χλομιάζουν! Δισεκατομμύρια ευρώ, τεράστια φιλέτα της χώρας, χιλιάδες ακίνητα, κτήρια, μέγαρα, καταθέσεις, μετοχές, ΜΚΟ μαϊμούδες, λιβάδια, κοπάδια...
Λοιπόν; Τι θα κάνουμε Κύριοι; Βλέπετε ένα λαό στη συντριπτική του πλειοψηφία ολιγογράμματο,μαστουρωμένο απ τον μπανιστηρτζίδικο λαϊκισμό, και πανικόβλητο. Έχετε κι εσείς, -ξέρετε ποιοι- ευθύνη γι αυτή την κατάντια.
Βλέπετε αναρίθμητους προβοκάτορες να καταστρέφουν τα πάντα, να καίνε τη χώρα βάσει σχεδίου, να βομβαρδίζουν την όποια εναπομείνασα εθνική φυσιογνωμία, να διαλύουν τον κοινωνικό ιστό.
Βλέπετε μια νεολαία ζαλισμένη, και με το δίκιο της. Βλέπετε την ξευτίλα, την υποτέλεια, την υποταγή, η Ελλάδα κινδυνεύει για πρώτη φορά μετά από την ΄Αλωση της Πόλης με μια καινούργια Άλωση.
Θα το επιτρέψετε; Τι σόι αίμα κυλάει στις φλέβες σας; Πόσο νομίζετε ότι θα ζήσετε; Μια μπριζόλα χωράει η κοιλιά σας κι αυτή μετά από άδεια του γιατρού. Για τους απογόνους σας φροντίσατε δεν κινδυνεύουν για πολλές γενιές, τα είπαμε.
Δεν υπάρχει ανάμεσα σας ένας Έλληνας μωρέ, μια αληθινή Ελληνίδα, να βουρκώσει επιτέλους, γαμώ τα λεφτά σας, γαμώ; Η πατρίδα κυλιέται σαν τσούλα στα πεζοδρόμια, οι κωλοσύμμαχοι βγάζουνε όλα τους τα κόμπλεξ, οι ανθέλληνες περιμένουν σαν κοράκια να μοιράσουν τις σάρκες μας, κι εσείς μετράτε τι ακόμα θα κερδίστε απ’ αυτό το σαρακοφαγωμένο «νεοελληνικό» κρανίο, που πάνε να του αφαιρέσουν εντελώς τη φαιά ουσία απ την κρανιακή κάψα;
Τα παιδιά μας μισογραμματιζούμενα, οι γέροι μας πανικόβλητοι, οι ψυχές μας πεταγμένες στα πεζοδρόμια, τα όνειρά μας σκέτοι εφιάλτες, ηγέτες δεν έχουμε, πολιτικούς δεν έχουμε, πνευματικούς ανθρώπους δεν έχουμε, μαλάκες οι περισσότεροι, τελεία ο τόπος και πάμε για την παύλα.
ΥΣΤΕΡΟΛΟΓΙΟΝ:
Ε, όχι λοιπόν, όχι! Εσείς κυβερνάτε! Κάντε κάτι. Τη σκόνη μονάχα να δώσετε, σώθηκε η πατρίδα. ΄Εχετε και τον τρόπο και τη δύναμη. Κρατείστε την Ελλάδα, γιατί φεύγει! Και δεν το θέλετε ούτε εσείς, που διαβάζετε την ιστορία, να σας σκατοψυχάνε οι μεταγενέστεροι! Δώσετε στην Ελλάδα τη σκόνη από τα αμύθητα πλούτη σας, για να μην διαλυθεί η σκόνη της μνήμης σας κάποτε, στους πέντε ανέμους. Κάντε αυτό που πρέπει. Τώρα. Εσείς, και αμέσως!
Ελληνογερμανικός διάλογος στο Stern στις αρχές Μαΐου
Η επιστολή που έστειλε στο Γερμανικό περιοδικό Stern κάποιος Walter Wullenweber .
«Από το 1981 ανήκουμε στην ίδια οικογένεια. Μόνο που εμείς έχουμε συνεισφέρει όσο κανείς άλλος στο κοινό ταμείο, δηλαδή γύρω στα 200 δισ., ενώ εσείς έχετε, αντίθετα, εισπράξει κατά κεφαλήν όσα κανείς άλλος, δηλαδή σχεδόν 100 δισ. Ουδέποτε λαός βοήθησε μέχρι τώρα με τη θέλησή του σε τέτοιο βαθμό και για τόσο μακρύ διάστημα άλλον λαό. Είσαστε, κυριολεκτικά οι πιο ακριβοί μας φίλοι.
Το ζήτημα πάντως είναι ότι τελικά δεν εξαπατάτε μόνο τον εαυτό σας αλλά και εμάς. Στην ουσία ουδέποτε φανήκατε αντάξιοι του ευρώ μια και παρά την εισαγωγή του, δεν καταφέρατε μέχρι τώρα να εκπληρώσετε τα κριτήρια σταθερότητας. Στην ΕΕ είσαστε ο λαός που ξοδεύει τα μεγαλύτερα ποσά σε καταναλωτικά αγαθά. Θα θέλαμε ο πρωθυπουργός σας Γ. Παπανδρέου να προχωρήσει στο πρόγραμμά του, όμως προφανώς αυτό δεν το θέλετε εσείς αφού συνεχίζετε απτόητοι να απεργείτε. Μη μας λέτε, λοιπόν, ότι μόνο οι πολιτικοί ευθύνονται για την καταστροφή.
Εσείς έχετε εφεύρει τη Δημοκρατία κι ως εκ τούτου θα πρέπει να γνωρίζετε ότι ο λαός είναι αυτός που κυβερνά κι, επομένως, έχει και την ευθύνη. Κανείς δεν σας αναγκάζει να φοροδιαφεύγετε, να χρηματίζεστε, να αντιδράτε σε κάθε συνετή πολιτική και να εκλέγετε διεφθαρμένους πολιτικούς. Σε τελευταία ανάλυση, οι πολιτικοί είναι λαϊκιστές και κάνουν ότι τους πει ο λαός. Θα μας πείτε, βεβαίως, ότι και εμείς οι Γερμανοί δεν είμαστε πολύ καλύτεροι, όπως θέλουν κάποιοι να πιστεύουν. Κι έχετε δίκιο.
Οι Έλληνες είναι εκείνοι που μας είχαν δείξει τον δρόμο της Δημοκρατίας και της Φιλοσοφίας, καθώς και τις πρώτες γνώσεις Εθνικής Οικονομίας. Τώρα μας δείχνετε και πάλι τον δρόμο. Μόνο που αυτή τη φορά είναι λάθος δρόμος. Κι από το σημείο που εσείς έχετε τώρα φτάσει, δεν πάει παραπέρα».
Η απάντηση κάποιου Ελληνα στα ελληνικά sites που δεν θα δημοσιευτεί !
“Αγαπητέ Walter, Ονομάζομαι Γεώργιος Π. Ψωμάς Είμαι Δημόσιος Λειτουργός και όχι υπάλληλος όπως κατά κόρον τα ΜΜΕ των ‘συμπατριωτών’ σου (μας) και άλλων ‘συμπατριωτών’ (μας) αναφέρουν σαν βρισιά και με περίσσεια χλεύη.
Ο μισθός μου είναι 1.000 €. Τον μήνα, όχι την ημέρα, όπως ίσως σ’ έχουν παρασύρει να νομίζεις. ΟΥΤΕ 1.000 € λιγότερα από σένα. Είμαι σίγουρος ότι εσύ δε με πιστεύεις ακόμα, αλλά δείξε λίγο υπομονή και περίμενε, διάβασέ με κι αν δεν σε πείσω, τότε διώξε με από την Ευρωζώνη, τον τόπο της Αλήθειας και της Ευημερίας, του Δίκαιου και του Σωστού.
Λοιπόν Walter,
Μισός αιώνας και πάνω πέρασε από τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου από τότε που η Γερμανία έπρεπε να ξοφλήσει τις υποχρεώσεις της προς την Ελλάδα. Οι οφειλές αυτές που αρνείται μόνον η Γερμανία να ξοφλήσει στην Ελλάδα (η Βουλγαρία και η Ρουμανία τακτοποίησαν ήδη τις αντίστοιχες υποχρεώσεις τους), συνίστανται:
α) Σε χρέη ύψους 80 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων, από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
β) Σε χρέη από τη διαφορά του κλήριγκ στο μεσοπόλεμο ύψους 593.873.000 δολαρίων, που ήταν σε βάρος της Γερμανίας.
γ) Στα αναγκαστικά δάνεια τα οποία συνήψε το Γ΄ Ράιχ από την Ελλάδα, ύψους 3,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, στη διάρκεια της κατοχής.
δ) Στις επανορθώσεις που οφείλει η Γερμανία στην Ελλάδα για τις κατασχέσεις, αρπαγές και καταστροφές, που της προξένησε το Γ’ Ράιχ την περίοδο της κατοχής, ύψους 7,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων, όπως επιδίκασαν οι Σύμμαχοι.
ε) Στις ανυπολόγιστες υποχρεώσεις της Γερμανίας για την αφαίρεση της ζωής 1.125.960 Ελλήνων (38.960 εκτελεσμένων, 12.000 νεκρών από αδέσποτες, 70.000 σκοτωμένων σε μάχες, 105.000 νεκρών στα στρατόπεδα της Γερμανίας, 600.000 νεκρών από πείνα και 300.000 απωλειών από υπογεννητικότητα).
στ) Στην ατίμητη ηθική προσβολή που προξένησε στον ελληνικό λαό και στις ανθρωπιστικές ιδέες που εκφράζει η ελληνική ιδέα. Αυτό το πρόβλημα δεν είναι οικονομικό, είναι ηθικής τάξης, ύψιστης ηθικής αξίας.
Ξέρω Walter, σε πειράζουν αυτά που γράφω, αλλά και μένα με πείραξαν αυτά που έγραψες! Αλλά περισσότερο με πειράζουν αυτά που σκέφτεσαι και θέλεις να κάνεις για μένα και τους ‘συμπατριώτες΄ σου Έλληνες!
Walter, φίλτατε Walter, στην Ελλάδα δραστηριοπιούνται 130 γερμανικές επιχειρήσεις - εκ των οποίων περιλαμβάνονται σχεδόν όλοι οι γερμανικοί κολοσσοί - οι οποίες πραγματοποιούν ετήσιο τζίρο της τάξεως των 6,5 δισ. ευρώ.
Ξέρεις Walter, σύντομα δεν θα μπορώ ν’αγοράζω προϊόντα Γερμανικά γιατί δεν θα έχω λεφτά. Εγώ Walter μεγάλωσα στα λίγα, θα τα’ αντέξω...και μην ανησυχείς για τους νέους Έλληνες...είμαστε ακόμα πολλοί παλιοί για να τους βοηθήσουμε να μάθουν τη νέα κατάσταση (!)...αλλά βρε Walter...εσείς τους ανέργους που θα δημιουργηθούν από την κατάσταση στην Ελλάδα πώς θα τους αντιμετωπίσετε; Πες μου σε παρακαλώ ... έχω απορία!....
Αγαπητέ Walter, εμείς οι Έλληνες πρέπει να φύγουμε από την Ευρώπη, την Ευρωζώνη (κι από όπου αλλού θέλετε εσείς οι Γερμανοί, οι Σουηδοί, οι Ολλανδοί και λοιποί ‘συμπατριώτες΄).
Πρέπει να φύγουμε...για να σωθούμε από μια Ένωση κατ’ επίφαση! Από μια ομάδα κερδοσκόπων! Από μια ομάδα στην οποία είμαστε συμπαίκτες όσο καταναλώναμε τα προϊόντα τον συμπαικτών!!!!!!!!!!!!!!!
Εγώ, φίλτατε Walter, πιστεύω ότι οι Έλληνες θα πρέπει να σταματήσουν ν’ αγοράζουν Mercedes, BMW, OPEL, FORD, SCODA κλπ. συμμαχικά προϊόντα γιατί δεν μπορούν και δεν πρέπει!...Δεν το αξίζουν! Θα πρέπει να σταματήσουν ν’ αγοράζουν προϊόντα από το LΙDL, το PRAKTIKER και το IKEA. Γιατί δεν μπορούν να τ’ αγοράσουν αυτά τα προϊόντα, βρε αδερφέ!...τι να κάνουμε!
Φίλτατε Walter, θα πρέπει να κανονίσουμε και κάποιες άλλες ‘λεπτομέρειες’...αν μου επιτρέπεις βέβαια, γιατί εσύ είσαι ο ‘πιστωτής’ της ζωής μου!..
Ξέρεις βρε φίλε Walter, θέλω να μου επιστρέψεις τον ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ μου, που έκλεψες εσύ (όχι ΕΣΥ βεβαίως αλλά κάποιοι ΔΙΚΟΙ ΣΟΥ), θέλω τα ΑΘΑΝΑΤΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΜΟΥ που βρίσκονται στα Μουσεία του Βερολίνου, του Μονάχου, του Λονδίνου, του Παρισιού, της Ρώμης!
Τα θέλω τώρα που μπορεί να πεθάνω...αλλά θέλω να πεθάνω κοντά στους πατέρες μου!
Γεώργιος Π. Ψωμάς
Ινστρούκτορας Ιδεολογικοπολιτικής Αφασίας (Ι.Ι.Α.)”
Ελλάδα, τίτλοι τέλους / του Γιώργου Πήττα
Το «εργαστήρι δημοσιογραφίας» ήταν στη γωνία Ακαδημίας και Σίνα. Μέσα δεκαετίας '80 και τότε, για μία περίοδο είχα διδάξει εκεί ραδιόφωνο και τεχνικές επικοινωνίας.
Εκείνο το απόγευμα, μεταξύ δύο τάξεων, βρήκα ευκαιρία για ένα τσιγάρο και βγήκα στη βεράντα -σκονισμένη και γεμάτη κουτσουλιές από τα αντιπαθητικά περιστέρια. Χάζευα κάτω την Ακαδημίας, αυτοκινητάκια να πηγαίνουν και να έρχονται, κόσμο να περπατάει βιαστικά και το καυσαέριο να πήζει στην ατμόσφαιρα και να θυμίζει δακρυγόνο. Το μόνιμο δακρυγόνο της υποταγής μας στην «χημεία της εποχής».
Ο Κοσκωτάς, ο άνθρωπος από το πουθενά, έχει ήδη αγοράσει την «τράπεζα Κρήτης», ανοίγει την εκδοτική εταιρία «γραμμή», έχει γίνει «ίνδαλμα» για πολλούς, ενώ ακόμα δεν έχει δολοφονηθεί ο Μιχάλης Καλτεζάς, ενώ έχει προηγηθεί η αλησμόνητη κατάληψη του χημείου από τους «τρελούς κι ευτυχισμένους», σηματοδοτώντας το «τέλος της αθωότητας».
Σε μερικούς από μας, είχε ήδη αρχίσει να μυρίζει έντονη «παρακμίλα». Το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα, ιστορική αναγκαιότητα κατά πολλές αναγνώσεις, είχε ήδη χειρουργήσει δραστικά τον κοινωνικό ιστό και κυρίως είχε δώσει την ευκαιρία σε πολλούς να αποκτήσουν τεράστια δύναμη, χωρίς να έχουν ούτε την παιδεία ούτε τη διάθεση να την χειραγωγήσουν προς όφελος της κοινωνίας.
«Έχεις ένα τσιγάρο;» Ήταν η γνώριμη και μάλλον σιγανή φωνή του Αντρέα Λεντάκη. Δέχτηκε το άφιλτρο που του πρόσφερα και ρώτησε «τι σκέφτεσαι έτσι βαρύς;». «Νομίζω πιάνουμε πάτο όπου να 'ναι» του απάντησα για να ακούσω ένα κατηγορηματικό «Γιώργο, ακόμα δεν έχεις δει απολύτως τίποτα! Ακόμα έχει πολύ δρόμο». Τον κοίταξα, δεν θυμάμαι με τι ύφος, και εκείνος συνέχισε «αν υπήρχε κράτος, θα κατέρρεε γρήγορα. Αλλά στην Ελλάδα δεν δημιουργήθηκε ποτέ, ο μόνος "θεσμός" είναι ένα άτυπο παρακράτος που κυβερνά. Σαν το μαύρο χρήμα, βρίσκει πάντα τρόπο να επιβιώνει λαθραία».
1985 είπα και στην αρχή. Είναι η εποχή που η πλήρης ανυπαρξία βάσεων στην κοινωνία, απελευθερώνει δυναμικά προς την επιφάνεια τις χυδαιότερες τάσεις που θα μπορούσαμε να φανταστούμε. Είναι η εποχή στην οποία ο έντυπος εμετός της «αυριανής» επιβραβεύεται πανηγυρικά από τον «λαό» με τη μεγαλύτερη κυκλοφορία καθημερινής εφημερίδας σε πανελλήνια κλίμακα: 243,534 φύλλα την ημέρα...!
Η «εφημερίδα» που εξύβρισε με τον πιο επαίσχυντο τρόπο τον Μάνο Χατζιδάκι, που είχε την ελεεινολογία ως επιλεγμένο επικοινωνιακό ύφος. Και ένα από τα τεράστια εγκλήματα του ΠΑΣΟΚ, η αναγνώριση της και μάλιστα δια στόματος Ανδρέα Παπανδρέου ως της εφημερίδας που... στηρίζει το κίνημα.
Η Ελλάδα είχε πάρει τη μορφή ενός γιγάντιου καζανιού, στο οποίο μέσα πετάγονταν και ανακατεύονταν τα πλέον ετερόκλητα υλικά για να μαγειρευτεί το απίθανο υλικό του μέλλοντος της. Η «αυριανή» και ο «αυριανισμός» ήταν μόνο ένα από τα πολλά συστατικά. Ο Κοσκωτάς, οι χρηματισμοί, οι εξαγορές συνειδήσεων ένα άλλο. Η Ελλάδα του τσιφτετελιού, του ουίσκι, των χιλιάδων νυχτερινών κέντρων με τις πίστες και τα «μωρά» τους που χόρευαν στις μπάρες ανέμελα, ο υπουργός Γιαννόπουλος που βάφτιζε τα κέντρα «πολιτιστικά ιδρύματα», το περιοδικό «κλικ» και το «λάιφ στάιλ», η καθιέρωση της «μαγκιάς» και των «κολλητών» ξύπνιων, οι χιλιάδες επί χιλιάδων διορισμοί στο δημόσιο με κομματικά κριτήρια, η επέλαση των κάφρων σε όλα τα επίπεδα της δημόσιας ζωής, η πλήρης ανυπαρξία θεσμών και αξιοκρατίας, η δικτατορία του χαβαλέ και ο καθεστωτικός σχεδόν σαρκασμός προς τους ανθρώπους του πνεύματος, κατέστρεψαν κάθε είδους αντιστάσεις.
Το νεοελληνικό όνειρο πια είναι «αρμάνι», «γκούτσι», Φιλιππινέζα, πούρο, χρηματιστήριο, «πούλα-αγόρασε», BMW, και ταυτόχρονα σπρωξίδι, υστερία, συνωστισμός, καβαλημένοι δικτατορίσκοι πίσω από τα γραφεία της εφορίας και της κάθε κρατικής υπηρεσίας. Ένας εκρηκτικός συνδυασμός με μία και μοναδική ταυτότητα: απόλυτη, συμπαγής, αδιαπέραστη αναξιοπρέπεια.
Κάπου εκεί, μέσα σε αυτόν τον αχταρμά της χυδαιότητας που από το περιθώριο και την ανυπαρξία γίνεται κυρίαρχη τάξη, συνεχίζουν να υπάρχουν ομάδες, παρέες, πυρήνες νέων ανθρώπων που αρνούνται να μπουν στα κοστούμια που τους προτείνει το περιβάλλον.
Και όταν θα δολοφονηθεί ο Μιχάλης Καλτεζάς, το σχέδιο θα μπει σε πλήρη εφαρμογή. Και το σχέδιο είναι οι αμέτρητοι τόνοι πρέζας που ρίχτηκαν στα Εξάρχεια ώστε αυτά από φούρνο ιδεών να μεταβληθούν σταδιακά σε κρεματόριο συνειδήσεων.
Έγιναν όλα αυτά τα χρόνια, πάρα πολλά και έγιναν ταυτόχρονα. Περισσότερα από όσα προλαβαίνει να αφομοιώσει η συνείδηση και να βγάλει δέκα συμπεράσματα της προκοπής. Από τη μια οι «φυλές της Μυκόνου» και τα νεοεμφανιζόμενα τζάκια. Διάφοροι απίθανοι άνθρωποι που έπεφταν με το αλεξίπτωτο και διαχειριζόντουσαν απίστευτα χρήματα που κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει πως τα είχαν βρει.
Από την άλλη καμία αντίσταση. Κάποιοι αντιδρούσαν βέβαια. Κάποιοι κάθε τόσο έγραφαν. Βιβλία, άρθρα, ομιλίες, διακηρύξεις, μανιφέστα, όλα, έπεφταν στο κενό. Η κοινωνία διάβαζε «αυριανή» και χαμογελούσε όταν η βρωμερή φυλλάδα καλούσε το αναγνωστικό της κοινό να…καταγγείλει οτιδήποτε γνωρίζει για την προσωπική ζωή του «κύναιδου Χατζιδάκι».
Και για να κάνω ένα άλμα στο χρόνο, αλλιώς θα πρέπει να γράφω αμέτρητες σελίδες, φτάσαμε στην Ελλάδα των απέραντων ηδονών. Όταν ξαφνικά χιλιάδες επί χιλιάδων νεοέλληνες έγιναν... παίκτες του χρηματιστήριου. Όταν ξαφνικά, τα νησιά των διακοπών μας, γέμισαν με τρελαμένους τύπους που φορώντας το μαγιό και την πλαστική σαγιονάρα περιφέρονταν επιδεικτικά με τα κινητά κολλημένα στα αυτιά φωνάζοντας τις λέξεις-κλειδιά της ευτυχίας: πούλα! Αγόρασε!
Και όλα αυτά τα χρόνια, τα θυμάμαι με αμέτρητο κόσμο σε όλες τις ώρες του εικοσιτετράωρου να γεμίζει ασφυκτικά τις πλατείες και να πίνει τις φραπεδιές ή να πλημμυρίζει τα διάφορα ψευτονεοϋορκέζικα στέκια στο Χαλάνδρι και αλλού και να μασουλάει αβέρτα σολομούς και καρπάτσιο -έτσι ακριβώς όπως κάνανε και στα χωριά τους…
Η Ελλάδα, μπήκε σε ένα τεράστιο μπαλόνι και ανέβηκε στα ουράνια. Έζησε για πολλά χρόνια ένα τεράστιο ψέμα καταληστεύοντας το μέλλον των παιδιών της. Έφτασε στο αποκορύφωμα το 2004, με τους ολυμπιακούς αγώνες και το γιούρο αλλά εκεί είναι που άρχισε να δείχνει την σάπια οδοντοστοιχία με την οποία καταβρόχθιζε τόσον καιρό.
Οι υποδομές των αγώνων, που θα αποδίδονταν στην κοινωνία καταστράφηκαν ή καταστρέφονται, το γιούρο -καθώς το βλέπω από απόσταση- κατακτήθηκε κυρίως με κουτοπονηριά παρά με αξιοσύνη, και από το 2004 και μετά η πιο ανίκανη κυβέρνηση όλων των εποχών απλά χόρεψε πρώτο τραπέζι πίστα στην Τσιφτετελλάδα που κληρονόμησε.
Δεν ξέρω ποιο είναι το μέλλον μας. Οι εποχές που έρχονται είναι εξαιρετικά άγριες. Δεν είναι λίγοι αυτοί που βλέπουν ένα μακρύ χειμώνα για την ανθρωπότητα, τον χειμώνα της κρίσης του καπιταλισμού η οποία περιλαμβάνει πολλά φαινόμενα για τα οποία δεν είμαστε έτοιμοι.
Όπως οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, που σημαίνουν εκατομμύρια επί εκατομμυρίων οικοπρόσφυγες, νέες εστίες πολέμου και μετανάστες. Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα όμως, δεν είναι απλά το προϊόν της παγκόσμιας κρίσης του καπιταλισμού. Αυτή, ίσως και να είναι ευλογία κατά κάποιο τρόπο, γιατί στάθηκε η αφορμή για να φανούν με τραγικό τρόπο οι αναπηρίες του τόπου μας.
Όταν όμως συλλαμβάνεται ένας Μάριος Ζ. ως...τρομοκράτης και ένα μπουκάλι σαμπουάν υποδεικνύεται ως βόμβα μολότοφ ενώ την ίδια ώρα κυκλοφορεί ελεύθερος ο Μάκης Ψωμιάδης, τότε, ο μόνος δρόμος που ανοίγει (ξανά) είναι αυτός του χάους.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)