Σφύρα ρε βλάχο (γνωστός για το δυνατό σφύριγμα του)
Όχι δεν σφυράω
Γιατί δεν σφυράς;
Γιατί πέθανε η μάνα μου
Έχει πεθάνει καιρό;
Φφφιιιιιιιουυυ
-
Βλέπεις τίποτα Κατερίνη;
Ε, κάτι βλέπω...
Δυό πήχεις έχω δω και άλλες δέκα σπίτι
-
Μια παρέα κοριτσιών γέλαγε δυνατά
χα χα χα χα…
μία τους λέει,
Ρε κορίτσια δεν το ξέρατε, όσες έχουν μεγάλο στόμα έχουν μεγάλο μ...
οπότε συνέχισαν,
χου χου χου χου...
20/10/07
12/10/07
τραγούδια
Το γελεκάκι που φορείς
εγώ στο ‘χω ραμμένο.
Με πίκρες και με βάσανα
στο ‘χω φοδραρισμένο.
Φόρα το μωρό μου,
φόρα το χρυσό μου,
Γιατί δε θα το ξαναφορέσεις άλλο πια,
φόρα το για νασαι
για να με θυμάσαι,
για μετάξι έχω τα σγουρά σου τα μαλλιά.
Με πήρ’ ο ύπνος κι έγειρα
στου καραβιού τη πλώρη
και ήρθε και με ξύπνησε
του καπετάνιου η κόρη.
Άντε το μαλώνω, το μαλώνω,
άιντε κι ύστερα το μετανιώνω.
Άιντε το μαλώνω και το βρίζω,
άιντε την καρδούλα του ραγίζω.
-
Σαν θα περάσει και αυτή η μπόρα
χιλιάδες δώρα θα βγάλει η γη
-
Φτωχό κομπολογάκι μου
σε είχα το μεράκι μου
συ μου πε, συ μου πέρναγες την ώρα
πες μου τι, πες μου τι να κάνω τώρα
Σε όποια χέρια κι αν βρεθείς
πάλι εμέ να θυμηθείς
που να βρω, που να βρω να σ’ αγοράσω
για να μη, για να μη σε ξαναχάσω
-
Στα άρματα στ’ άρματα εμπρός στον αγώνα
-
Νάνι νάνι το μωρό μου
-
Πως θα 'θελα να είχα
ένα και δύο και τρία και τέσσερα παιδιά
και σα θα μεγαλώσουν όλα
να γίνουν λεβέντες για χάρη του Πειραιά
εγώ στο ‘χω ραμμένο.
Με πίκρες και με βάσανα
στο ‘χω φοδραρισμένο.
Φόρα το μωρό μου,
φόρα το χρυσό μου,
Γιατί δε θα το ξαναφορέσεις άλλο πια,
φόρα το για νασαι
για να με θυμάσαι,
για μετάξι έχω τα σγουρά σου τα μαλλιά.
Με πήρ’ ο ύπνος κι έγειρα
στου καραβιού τη πλώρη
και ήρθε και με ξύπνησε
του καπετάνιου η κόρη.
Άντε το μαλώνω, το μαλώνω,
άιντε κι ύστερα το μετανιώνω.
Άιντε το μαλώνω και το βρίζω,
άιντε την καρδούλα του ραγίζω.
-
Σαν θα περάσει και αυτή η μπόρα
χιλιάδες δώρα θα βγάλει η γη
-
Φτωχό κομπολογάκι μου
σε είχα το μεράκι μου
συ μου πε, συ μου πέρναγες την ώρα
πες μου τι, πες μου τι να κάνω τώρα
Σε όποια χέρια κι αν βρεθείς
πάλι εμέ να θυμηθείς
που να βρω, που να βρω να σ’ αγοράσω
για να μη, για να μη σε ξαναχάσω
-
Στα άρματα στ’ άρματα εμπρός στον αγώνα
-
Νάνι νάνι το μωρό μου
-
Πως θα 'θελα να είχα
ένα και δύο και τρία και τέσσερα παιδιά
και σα θα μεγαλώσουν όλα
να γίνουν λεβέντες για χάρη του Πειραιά
παροιμίες
· Το χαμόγελό σου επιστρέφει σε εσένα
· Το μήλο κάτω από τη μηλιά θα πέσει
· Στο καταραμένο τόπο Μάη μήνα βρέχει
· Κράτα με να σε κρατώ να ανεβούμε το βουνό ή να κατεβούμε το γκρεμό
· Όλα γίνονται, του σπανού τα γένια δεν γίνονται
· Άλλα τα μάτια της αλεπούς και άλλα της κουκουβάγιας
· Κάλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρει
· Ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι
· Λείπει ο Μάρτης από τη Σαρακοστή;
· Από Αύγουστο χειμώνα και από Μάρτη καλοκαίρι
· Μάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκάφτης
· Αν ρίξει ο Μάρτης δυό νερά και ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σ' εκείνον το ζευγά που' χει στη γη σπαρμένα
· Κάποιου γάιδαρο του χαρίζανε και αυτός τον κοίταγε στα… δόντια
· Αγάλι αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι
· ΄Ηρθε ο τέταρτος πάει ο βδόμαδος
· Νάχεις τα πόδια ζεστά την κεφαλή σου κρύα για νάχεις την υγεία
· Τετάρτη και Παρασκευή τα νύχια σου μην κόψεις και Κυριακή να μη λουστείς αν θέλεις να προκόψεις
· Άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς
· Από την Σκύλλα στη Χάρυβδη
· Βοή λαού, οργή θεού
· Βρες μου ένα ψεύτη να σου βρω κι εγώ ένα κλέφτη
· Δυό γάιδαροι μαλώνανε σε ξένο αχυρώνα
· Ο καθένας με τα λόγια χτίζει ανώγια και κατώγια
· Ο μέν λόγος θαυμαστός, ο δέ λέγων άπιστος
· Ο χειρότερος κουφός είναι αυτός που δε θέλει να ακούσει
· Στερνή μου γνώση να σ΄ είχα πρώτα
· Συν Αθηνά και χείρα κίνει
· Τείνω ευήκοον ους
· Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού
· Τον αράπη κι αν τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς
· στις εννιά του μακαρίτη άλλον έβαλε στο σπίτι
· Κάλιο γαιδουρόδενε παρά γαιδουρογύρευε
· Κάλιο αργά παρά ποτέ
· Τρελός παπάς τον βάφτισε
· Αλλού ο παπάς αλλού τα ράσα του
· Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά
· Ο κουμπάρος την κουμπάρα δυό φορές την εβδομάδα
· Κάνε το καλό και ρίξτο στο γιαλό
· Ο καλός ο καπετάνιος στη φουρτούνα φαίνεται
· Πρέπει να είσαι και πολύ λέρα για να κυβερνάς γαλέρα
· Θα φάει η μύγα σίδερο και το κουνούπι ατσάλι
· Με όποιο δάσκαλο καθίσεις τέτοια γράμματα θα μάθεις
· Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις
· Όποιος έχει μαχαίρι τρώει πεπόνι
· Ποιος έχει μέλι στο χέρι και δεν το γλείφει
· Μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλο λόγο μη λες
· Το μήλο κάτω από τη μηλιά θα πέσει
· Στο καταραμένο τόπο Μάη μήνα βρέχει
· Κράτα με να σε κρατώ να ανεβούμε το βουνό ή να κατεβούμε το γκρεμό
· Όλα γίνονται, του σπανού τα γένια δεν γίνονται
· Άλλα τα μάτια της αλεπούς και άλλα της κουκουβάγιας
· Κάλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρει
· Ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι
· Λείπει ο Μάρτης από τη Σαρακοστή;
· Από Αύγουστο χειμώνα και από Μάρτη καλοκαίρι
· Μάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκάφτης
· Αν ρίξει ο Μάρτης δυό νερά και ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σ' εκείνον το ζευγά που' χει στη γη σπαρμένα
· Κάποιου γάιδαρο του χαρίζανε και αυτός τον κοίταγε στα… δόντια
· Αγάλι αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι
· ΄Ηρθε ο τέταρτος πάει ο βδόμαδος
· Νάχεις τα πόδια ζεστά την κεφαλή σου κρύα για νάχεις την υγεία
· Τετάρτη και Παρασκευή τα νύχια σου μην κόψεις και Κυριακή να μη λουστείς αν θέλεις να προκόψεις
· Άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς
· Από την Σκύλλα στη Χάρυβδη
· Βοή λαού, οργή θεού
· Βρες μου ένα ψεύτη να σου βρω κι εγώ ένα κλέφτη
· Δυό γάιδαροι μαλώνανε σε ξένο αχυρώνα
· Ο καθένας με τα λόγια χτίζει ανώγια και κατώγια
· Ο μέν λόγος θαυμαστός, ο δέ λέγων άπιστος
· Ο χειρότερος κουφός είναι αυτός που δε θέλει να ακούσει
· Στερνή μου γνώση να σ΄ είχα πρώτα
· Συν Αθηνά και χείρα κίνει
· Τείνω ευήκοον ους
· Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού
· Τον αράπη κι αν τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς
· στις εννιά του μακαρίτη άλλον έβαλε στο σπίτι
· Κάλιο γαιδουρόδενε παρά γαιδουρογύρευε
· Κάλιο αργά παρά ποτέ
· Τρελός παπάς τον βάφτισε
· Αλλού ο παπάς αλλού τα ράσα του
· Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά
· Ο κουμπάρος την κουμπάρα δυό φορές την εβδομάδα
· Κάνε το καλό και ρίξτο στο γιαλό
· Ο καλός ο καπετάνιος στη φουρτούνα φαίνεται
· Πρέπει να είσαι και πολύ λέρα για να κυβερνάς γαλέρα
· Θα φάει η μύγα σίδερο και το κουνούπι ατσάλι
· Με όποιο δάσκαλο καθίσεις τέτοια γράμματα θα μάθεις
· Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις
· Όποιος έχει μαχαίρι τρώει πεπόνι
· Ποιος έχει μέλι στο χέρι και δεν το γλείφει
· Μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλο λόγο μη λες
φράσεις
· και πρώτο...
· σσ βλάχο
· τσιμπιρδάκι
· μουτημανασέκανε
· όλα θα Γίνουν
· εγώ θέλω να μαθαίνω
· μαγεία η φύσις Χαράλαμπε, και τα λελούδια…
· κούμποστο ξεκούμποστο
· μια κούκλα δεν θα μου πάρετε;
· αυτό παλιό και άλλο καινούργιο
· δεν είναι κούραση
· αυτά είναι γαλλικά
· παρλεβού φρανσέ - μακαρόνια φρικασέ
· τον καιρό εκείνο, που γέννησε η κοκκίνω
· το τούτο της
· μικρός μεγάλος
· μπενάκης και βγενάκης
· ένα μυαλό χειμώνα καλοκαίρι
· τι σε νοιάζει εσένα!
· Πελασγιακός Λαμιακός
· που θα πάς; - πίσω από την πόρτα
· που θα πάς; - στο γάμο του δεσπότη
· Δέσνα
· το ωραίο είναι ωραίο
· δεν είναι από χωριό αυτή
· τα ίδια της συγχωρεμένης
· καμπίσιος - βουνίσιος
· δεν τα λέμε όλα
· άμα τα λέγαμε όλα…
· και τα εταίρια του
· τα κουμπιά της Αλέξαινας
· συγνώμη σου ζητώ, συγχώρεσε με
· όλα καλά … όλα καλά
· το σωστό, σωστό
· στερνή μου γνώση να σ' είχα πρώτα
· από τις εκλογές
· ψόφος
· Μιτσουρδάκι
· βγήκες;
· αγαπησέ με
· τα υπουργεία σας
· και το μέσον μέσα
· μη μιλάς
· της παλιάς σχολής
· μούτσου, μούτσου
· μυτούλα, μυτούλα
· άντε μη σε λούσω
· εκεί σε πήγε;
· μαστορούλι
· παπαγάλε θες καφέ, μακαρόνια φρικασέ
· πέντε πάνω πέντε κάτω
· μαύρα μάτια μαύρα φρύδια μαύρα κατσαρά μαλλιά
· είσαι καλά ή να βάλω τις φωνές
· δε θέλω…, κέρδος έχουμε
· να τρώει η μάνα και του παιδιού να μη δίνει
· α ρε μάνα
· θα πάρω παντόφλα
· του σχοινιού και του παλουκιού
· καλομελέτα και έρχεται
· όλα καλά και ο μπακλαβάς γωνία
· φάε λάδι και έλα βράδυ
· ο βοσκός και τα πρόβατα
· σ αγαπώ σ αγαπώ που με βάζεις
· χέσε θέατρο κατούρα παράσταση
· είμαστε για το γάιδαρο καβάλα
· είσαι από σόι
· όποιος τρώει όλα τα φαγητά, αυτός ξέρει να ζήσει
· έζησε και πέθανε
· ο αντρούλης μου
· βαράτε βιολιτζήδες
· δεν ήταν τίποτε, δεν κουράστηκα καθόλου
· όλο το δικό σου θέλεις να γίνεται
· κατακαημένη Ρούμελη τι σου 'μελλε να πάθεις
· άστον να βράσει στο ζουμί του
· φουσκοδενδριές
· τι είναι ο κάβουρας τι είναι το ζουμί του
· ίσα βάρκα ίσα πανιά
· μαθήματα ζωής
· ναι, καπίνισε καπίνισε
· ο καπινός
· μια πόρτα είμαστε
· στη χάση και στη φέξη
· όταν πήγαινες εσύ, εγώ γύριζα
· έλα παππούλη να σου δείξω τα’ αμπέλια σου
· σπίτι όσο μπορείς και γη όσο θωρείς
· κουκί κι έσκασε ρε…
· έγινε το σος
· πατείς με πατώ σε
· τι το λες και δεν το κάνεις
· ήρθαν τα’ άγρια να διώξουν τα ήμερα
· σάλα και τραπεζαρία ένα
· σηκώθηκαν τα πόδια να δείρουν το κεφάλι
· είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα
· αφχαρίστητος
· τώρα που βρήκαμε παπά να θάψουμε πεντέξι
· άντε να σε διαβάσει κανάς παπάς
· δε χαλάει τη ζαχαρένια του
· μη με στεναχωρείς και χαλάει το χρώμα μου
· θα πέσει φωτιά να σε κάψει
· δε ντρέπεσαι, δεν κοκκινίζεις
· εγώ για σένα
· εσύ θα χάσεις
· εγώ ταλέω, εγώ τακούω
· σου χρωστάω ένα χέσιμο
· θα αλλάξουμε τροπάριο
· βρέξει χιονίσει
· όπως σούρθε να σου φύγει
· εμένα δε θα με τρελάνεις
· στη θάλασσα να σε στείλω νερό δεν θα βρεις
· χέσε μέσα πολυχρόνη που δεν γίναμε ευζώνοι
· βρέχει και χιονίζει και τα μάρμαρα ποτίζει
· μην είδατε τον παναή
· μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα
· μεγάλα καράβια μεγάλες φουρτούνες
· όπου φυσάει ο άνεμος
· πάρτον ένα και χτύπα τον άλλον
· τρία πουλάκια κάθονταν
· άνθρακες ο θησαυρός
· άρες μάρες κουκουνάρες
· έφτασε ο κόμπος στο χτένι
· αλλουνού παπά ευαγγέλιο
· και έξω από τη πόρτα
· μη φωνάζεις, θα σε φοβηθούμε;
· τρεις λαλούν και δυο χορεύουν
· μαύρη ζωή που κάνουμε εμείς οι μαύροι κλέφτες
· τι νέα; ο σουλτάνος τούρκεψε
· από τις εκλογές
· έχει ο καιρός γυρίσματα
· τον κακό σου τον καιρό
· αλλάζουν οι καιροί
· από καιρό σε καιρό
· Θεού θέλοντος και καιρού επιτρέποντος
· έχε τον καιρό μαζί σου
· κοιμάται του καλού καιρού
· άντε μη σε ...
· σσ βλάχο
· τσιμπιρδάκι
· μουτημανασέκανε
· όλα θα Γίνουν
· εγώ θέλω να μαθαίνω
· μαγεία η φύσις Χαράλαμπε, και τα λελούδια…
· κούμποστο ξεκούμποστο
· μια κούκλα δεν θα μου πάρετε;
· αυτό παλιό και άλλο καινούργιο
· δεν είναι κούραση
· αυτά είναι γαλλικά
· παρλεβού φρανσέ - μακαρόνια φρικασέ
· τον καιρό εκείνο, που γέννησε η κοκκίνω
· το τούτο της
· μικρός μεγάλος
· μπενάκης και βγενάκης
· ένα μυαλό χειμώνα καλοκαίρι
· τι σε νοιάζει εσένα!
· Πελασγιακός Λαμιακός
· που θα πάς; - πίσω από την πόρτα
· που θα πάς; - στο γάμο του δεσπότη
· Δέσνα
· το ωραίο είναι ωραίο
· δεν είναι από χωριό αυτή
· τα ίδια της συγχωρεμένης
· καμπίσιος - βουνίσιος
· δεν τα λέμε όλα
· άμα τα λέγαμε όλα…
· και τα εταίρια του
· τα κουμπιά της Αλέξαινας
· συγνώμη σου ζητώ, συγχώρεσε με
· όλα καλά … όλα καλά
· το σωστό, σωστό
· στερνή μου γνώση να σ' είχα πρώτα
· από τις εκλογές
· ψόφος
· Μιτσουρδάκι
· βγήκες;
· αγαπησέ με
· τα υπουργεία σας
· και το μέσον μέσα
· μη μιλάς
· της παλιάς σχολής
· μούτσου, μούτσου
· μυτούλα, μυτούλα
· άντε μη σε λούσω
· εκεί σε πήγε;
· μαστορούλι
· παπαγάλε θες καφέ, μακαρόνια φρικασέ
· πέντε πάνω πέντε κάτω
· μαύρα μάτια μαύρα φρύδια μαύρα κατσαρά μαλλιά
· είσαι καλά ή να βάλω τις φωνές
· δε θέλω…, κέρδος έχουμε
· να τρώει η μάνα και του παιδιού να μη δίνει
· α ρε μάνα
· θα πάρω παντόφλα
· του σχοινιού και του παλουκιού
· καλομελέτα και έρχεται
· όλα καλά και ο μπακλαβάς γωνία
· φάε λάδι και έλα βράδυ
· ο βοσκός και τα πρόβατα
· σ αγαπώ σ αγαπώ που με βάζεις
· χέσε θέατρο κατούρα παράσταση
· είμαστε για το γάιδαρο καβάλα
· είσαι από σόι
· όποιος τρώει όλα τα φαγητά, αυτός ξέρει να ζήσει
· έζησε και πέθανε
· ο αντρούλης μου
· βαράτε βιολιτζήδες
· δεν ήταν τίποτε, δεν κουράστηκα καθόλου
· όλο το δικό σου θέλεις να γίνεται
· κατακαημένη Ρούμελη τι σου 'μελλε να πάθεις
· άστον να βράσει στο ζουμί του
· φουσκοδενδριές
· τι είναι ο κάβουρας τι είναι το ζουμί του
· ίσα βάρκα ίσα πανιά
· μαθήματα ζωής
· ναι, καπίνισε καπίνισε
· ο καπινός
· μια πόρτα είμαστε
· στη χάση και στη φέξη
· όταν πήγαινες εσύ, εγώ γύριζα
· έλα παππούλη να σου δείξω τα’ αμπέλια σου
· σπίτι όσο μπορείς και γη όσο θωρείς
· κουκί κι έσκασε ρε…
· έγινε το σος
· πατείς με πατώ σε
· τι το λες και δεν το κάνεις
· ήρθαν τα’ άγρια να διώξουν τα ήμερα
· σάλα και τραπεζαρία ένα
· σηκώθηκαν τα πόδια να δείρουν το κεφάλι
· είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα
· αφχαρίστητος
· τώρα που βρήκαμε παπά να θάψουμε πεντέξι
· άντε να σε διαβάσει κανάς παπάς
· δε χαλάει τη ζαχαρένια του
· μη με στεναχωρείς και χαλάει το χρώμα μου
· θα πέσει φωτιά να σε κάψει
· δε ντρέπεσαι, δεν κοκκινίζεις
· εγώ για σένα
· εσύ θα χάσεις
· εγώ ταλέω, εγώ τακούω
· σου χρωστάω ένα χέσιμο
· θα αλλάξουμε τροπάριο
· βρέξει χιονίσει
· όπως σούρθε να σου φύγει
· εμένα δε θα με τρελάνεις
· στη θάλασσα να σε στείλω νερό δεν θα βρεις
· χέσε μέσα πολυχρόνη που δεν γίναμε ευζώνοι
· βρέχει και χιονίζει και τα μάρμαρα ποτίζει
· μην είδατε τον παναή
· μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα
· μεγάλα καράβια μεγάλες φουρτούνες
· όπου φυσάει ο άνεμος
· πάρτον ένα και χτύπα τον άλλον
· τρία πουλάκια κάθονταν
· άνθρακες ο θησαυρός
· άρες μάρες κουκουνάρες
· έφτασε ο κόμπος στο χτένι
· αλλουνού παπά ευαγγέλιο
· και έξω από τη πόρτα
· μη φωνάζεις, θα σε φοβηθούμε;
· τρεις λαλούν και δυο χορεύουν
· μαύρη ζωή που κάνουμε εμείς οι μαύροι κλέφτες
· τι νέα; ο σουλτάνος τούρκεψε
· από τις εκλογές
· έχει ο καιρός γυρίσματα
· τον κακό σου τον καιρό
· αλλάζουν οι καιροί
· από καιρό σε καιρό
· Θεού θέλοντος και καιρού επιτρέποντος
· έχε τον καιρό μαζί σου
· κοιμάται του καλού καιρού
· άντε μη σε ...
και πρώτο...
Γεννήθηκε μια όμορφη μέρα του Σεπτέμβρη του 1928. Ήταν ένα μικρό κοριτσάκι το μικρότερο της οικογένειας. Μελαχρινό και γλυκούλη. Τα αδέλφια της την αγάπησαν και την φρόντιζαν όσο μπορούσαν.
Η μητέρα της η Γραμματική μια γυναίκα επιβλητική και πολύ έξυπνη μαζί με τον σύζυγό της Κωνσταντίνο διεύθυναν πολλές επιχειρήσεις για την εποχή τους, ένα μπακάλικο, ένα λανάρι και στρέμματα από ελιές.
Τα πρώτα χρόνια τα πέρασε στην αυλή του δίπατου σπιτιού τους που βρίσκεται σε ένα ορεινό χωριό της Φθιώτιδας. Έκανε πρόθυμα όλες τις δουλειές που της ανέθετε η μητέρα της χωρίς να παραπονεθεί ποτέ ότι κουράστηκε. Μπροστά από το σπίτι τους περνούσε ένα μικρό πέτρινο αυλάκι με πεντακάθαρο νερό. Σ' αυτό έπαιζε με τα γεφυράκια που δημιουργούσαν οι πέτρινες είσοδοι των σπιτιών πετώντας φυλλαράκια από την μια μεριά και περιμένοντας τα από την άλλη.
Στο χωριό την αγαπούσαν όλοι και στο μέλλον θα την αγαπούσαν όλοι όσοι την γνώρισαν έστω και για λίγο.
Η δασκάλα της στο δημοτικό η κυρά Καλλιόπη την αγαπούσε ακόμη περισσότερο, γιατί της πήγαινε κάθε μέρα καραμέλες από το μπακάλικο του πατέρα της. Το δημοτικό το έβγαλε με τις καραμέλες. Η ζωή στο χωριό ήταν δύσκολη το χειμώνα πάντα έπιανε χιόνια, για περισσότερο από δύο μήνες και πολλές βροχές. Η Πολυξένη, έτσι λέγαν την μητέρα μου, έφερνε πάντα τα ξύλα για το τζάκι, μαγείρευε, σερβίριζε το φαγητό, έπλενε τα πιάτα, έπλενε, σιδέρωνε τα ρούχα με το σίδερο του κάρβουνου, μάζευε τις ελιές, από μαλλί έφτιαχνε κλωστές στο λανάρι, χαλιά στον αργαλειό, ξαλμύριζε τις ελιές, έπλεκε πουλόβερ, κένταγε, και έφτιαχνε την προίκα της.
Η μεγαλύτερη αδελφή της, η Δέσποινα ήταν πολύ όμορφη και χαρούμενος άνθρωπος. Παντρεύτηκε μικρή, περίπου είκοσι ετών, όταν η Πολυξένη τελείωνε το Δημοτικό. Έτσι δεν πέρασαν πολλά χρόνια μαζί στο χωριό, αλλά πάντα είχαν μια εξαίρετη σχέση και υποστήριζε η μία την άλλη.
Ο μεγάλος αδελφός της ο Γιάννης παντρεύτηκε έπειτα την Βάσω και έμεινε στο χωριό.
Η αδελφή της η Σοφία παντρεύτηκε το Σταυράκη καθηγητή Γαλλικών και έφυγε για την Αθήνα.
Έτσι έμεινε μόνη της με τον αδελφό της τον Νώντα, ο οποίος έμεινε εργένης σε όλη του τη ζωή και κατά βάση έμεινε στο χωριό καλλιεργώντας τις ελιές που του άφησε η μητέρα του.
Ο πατέρας της Κωνσταντίνος ήταν ένας όμορφος άντρας της εποχής με το κουστούμι του, το μουστακάκι του, το κομπολόι του, αλλά πέθανε νέος το 1940 από κάποια ασθένεια της εποχής, ενώ η μητέρα της η Γραμματική το 1970.
Όταν ήταν στο χωριό πήγαινε για καλοκαιρινές διακοπές στα λουτρά Αιδηψού και έμενε σε ένα ξενοδοχείο που είχε ο παππούς της ο Τεμπέλης.
Από το χωριό έφυγε για πρώτη φορά 30 χρονών, όταν τη ζήτησε κάποια στιγμή η αδελφή της η Δέσποινα να τη βοηθήσει στην Αθήνα, με το εμπορικό μαγαζί γυναικείων εσωρούχων, που είχε ανοίξει.
Εκεί την προξένεψε με τον τρίτο εξάδελφο του άντρα της το Δημήτρη. Της άρεσε και παντρεύτηκαν μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα το Σεπτέμβρη του 1959 στον Άγιο Σώστη. Ο αδελφός της ο Νώντας ανέλαβε να την προικίσει με ένα σπίτι μονοκατοικία κτισμένο το 1930 με αυλή στο πίσω μέρος του, στη Νέα Σμύρνη. Εκεί άφησε και την τελευταία της πνοή το Νοέμβριο του 1998.
Γεννήθηκε ο Θάνος τον Αύγουστο του 1960 και τον Μάιο του 1962 ο Γιώργος. Μαζί με την οικογένεια έμενε και η μητέρα του Δημήτρη, η Ασπασία και ο πατέρας του ο Αθανάσιος ο οποίος ήταν βαριά άρρωστος και έτσι έφτιαξαν την αποθήκη του κήπου σε χώρο για να μένει ο παππούς για να μη κολλήσουν τα παιδιά. Η Νέα Σμύρνη ήταν μια πραγματική γειτονιά και η Μητέρα μου είχε γίνει φίλη με όλους στην περιοχή. Νονός του Θάνου έγινε ένας έμπορος ρούχων που είχε κάνει στρατό μαζί με τον πατέρα μου. Νονός του Γιώργου έγινε ο τότε μπακάλης της γειτονιάς, που τώρα το κατάστημα του έχει γίνει πυλωτή πολυκατοικίας.
Με τις λιγοστές ανέσεις της εποχής του '60 μπόρεσε να μεγαλώσει τα παιδιά της με αγάπη και φροντίδα.
Είχε πολλές φίλες.
Πήγαινε εκδρομές με τον άντρα της σε όλη την Ελλάδα και σε 1000 μοναστήρια.
Στον αδελφό της Νώντα στο χωριό για να του συγυρίσει.
Στην αδελφή της Δέσποινα για να τη βοηθήσει με το μαγαζί και με το σπίτι.
Δεν την άφηνε ο πατέρας μας να πηγαίνει συχνά στα αδέλφια της, γιατί πέθαινε στην κούραση.
Έχτισε μόνη της δύο σπίτια στη Νέα Μάκρη και στον Άι Γιώργη.
Δεν είχε αρρωστήσει ποτέ.
Έπαθε αποκόλληση αμφιβληστροειδούς, γιατί της είπανε μία μέρα πριν βγούν τα αποτελέσματα ότι δεν είδαν το όνομα του γιού της στους επιτυχόντες.
Πήγαινε σε νεκροταφεία, σε νοσοκομεία, σε αρρώστους, σε εράνους.
Πολυξένη ήταν πραγματικά πολύ φιλόξενη. Δεν πίστευε ότι πάτησαν άνθρωποι στο φεγγάρι, τώρα υπάρχει και σχετικό site με ανάλογο περιεχόμενο. Έφτιαχνε υπέροχες σπανακόπιτες και λίγο πριν πεθάνει μας έμαθε να τη φτιάχνουμε και μείς. Της άρεσε το ουζάκι και το τσίπουρο, που το έπινε στο χωριό με τις φίλες της, τα γλυκά όλων των ειδών που τα έφτιαχνε μόνη της, τα αχλάδια κοντούλες.
Ο αδελφός της δεν της είχε χαρίσει ούτε ένα πράσινο φύλο.
Ήθελε ένα χωραφάκι στο χωριό "να βάλω μια καρέκλα να βλέπω...". -"Δεν πουλιέται τίποτα".
Στη διαθήκη του ο αδελφός της δεν άφησε παρά κάτι χωράφια στο Πετρί και στο Λιασίκι, δεν έγινε αποδεκτή και έτσι μοιράστηκαν όλοι την κληρονομιά σε ίσα μερίδια.
Πίστευε ότι όλα γίνονται, του σπανού τα γένια δεν γίνονται.
Αγαπούσε το Τολάκη και κάθε χρόνο έκανε μνημόσυνο του θείου Γιώργου.
Φίλαγε την κοτόσουπα όταν την αβγόκοβε για να γίνει νόστιμη σαν το φιλί.
40 χρόνια γάμου ασυμπλήρωτα.
Τελευταία φορά που πήγε στο Νώντα μάλωσε γιατί δεν της είπε για τις καινούργιες βρύσες, που ήταν ανάποδες και έπινε ζεστό νερό. "Λες να αρρώστησα από αυτό… "
Γεννήθηκε το 1928 και έφυγε στις 2 Νοεμβρίου του 1998.Η μητέρα της η Γραμματική μια γυναίκα επιβλητική και πολύ έξυπνη μαζί με τον σύζυγό της Κωνσταντίνο διεύθυναν πολλές επιχειρήσεις για την εποχή τους, ένα μπακάλικο, ένα λανάρι και στρέμματα από ελιές.
Τα πρώτα χρόνια τα πέρασε στην αυλή του δίπατου σπιτιού τους που βρίσκεται σε ένα ορεινό χωριό της Φθιώτιδας. Έκανε πρόθυμα όλες τις δουλειές που της ανέθετε η μητέρα της χωρίς να παραπονεθεί ποτέ ότι κουράστηκε. Μπροστά από το σπίτι τους περνούσε ένα μικρό πέτρινο αυλάκι με πεντακάθαρο νερό. Σ' αυτό έπαιζε με τα γεφυράκια που δημιουργούσαν οι πέτρινες είσοδοι των σπιτιών πετώντας φυλλαράκια από την μια μεριά και περιμένοντας τα από την άλλη.
Στο χωριό την αγαπούσαν όλοι και στο μέλλον θα την αγαπούσαν όλοι όσοι την γνώρισαν έστω και για λίγο.
Η δασκάλα της στο δημοτικό η κυρά Καλλιόπη την αγαπούσε ακόμη περισσότερο, γιατί της πήγαινε κάθε μέρα καραμέλες από το μπακάλικο του πατέρα της. Το δημοτικό το έβγαλε με τις καραμέλες. Η ζωή στο χωριό ήταν δύσκολη το χειμώνα πάντα έπιανε χιόνια, για περισσότερο από δύο μήνες και πολλές βροχές. Η Πολυξένη, έτσι λέγαν την μητέρα μου, έφερνε πάντα τα ξύλα για το τζάκι, μαγείρευε, σερβίριζε το φαγητό, έπλενε τα πιάτα, έπλενε, σιδέρωνε τα ρούχα με το σίδερο του κάρβουνου, μάζευε τις ελιές, από μαλλί έφτιαχνε κλωστές στο λανάρι, χαλιά στον αργαλειό, ξαλμύριζε τις ελιές, έπλεκε πουλόβερ, κένταγε, και έφτιαχνε την προίκα της.
Η μεγαλύτερη αδελφή της, η Δέσποινα ήταν πολύ όμορφη και χαρούμενος άνθρωπος. Παντρεύτηκε μικρή, περίπου είκοσι ετών, όταν η Πολυξένη τελείωνε το Δημοτικό. Έτσι δεν πέρασαν πολλά χρόνια μαζί στο χωριό, αλλά πάντα είχαν μια εξαίρετη σχέση και υποστήριζε η μία την άλλη.
Ο μεγάλος αδελφός της ο Γιάννης παντρεύτηκε έπειτα την Βάσω και έμεινε στο χωριό.
Η αδελφή της η Σοφία παντρεύτηκε το Σταυράκη καθηγητή Γαλλικών και έφυγε για την Αθήνα.
Έτσι έμεινε μόνη της με τον αδελφό της τον Νώντα, ο οποίος έμεινε εργένης σε όλη του τη ζωή και κατά βάση έμεινε στο χωριό καλλιεργώντας τις ελιές που του άφησε η μητέρα του.
Ο πατέρας της Κωνσταντίνος ήταν ένας όμορφος άντρας της εποχής με το κουστούμι του, το μουστακάκι του, το κομπολόι του, αλλά πέθανε νέος το 1940 από κάποια ασθένεια της εποχής, ενώ η μητέρα της η Γραμματική το 1970.
Όταν ήταν στο χωριό πήγαινε για καλοκαιρινές διακοπές στα λουτρά Αιδηψού και έμενε σε ένα ξενοδοχείο που είχε ο παππούς της ο Τεμπέλης.
Από το χωριό έφυγε για πρώτη φορά 30 χρονών, όταν τη ζήτησε κάποια στιγμή η αδελφή της η Δέσποινα να τη βοηθήσει στην Αθήνα, με το εμπορικό μαγαζί γυναικείων εσωρούχων, που είχε ανοίξει.
Εκεί την προξένεψε με τον τρίτο εξάδελφο του άντρα της το Δημήτρη. Της άρεσε και παντρεύτηκαν μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα το Σεπτέμβρη του 1959 στον Άγιο Σώστη. Ο αδελφός της ο Νώντας ανέλαβε να την προικίσει με ένα σπίτι μονοκατοικία κτισμένο το 1930 με αυλή στο πίσω μέρος του, στη Νέα Σμύρνη. Εκεί άφησε και την τελευταία της πνοή το Νοέμβριο του 1998.
Γεννήθηκε ο Θάνος τον Αύγουστο του 1960 και τον Μάιο του 1962 ο Γιώργος. Μαζί με την οικογένεια έμενε και η μητέρα του Δημήτρη, η Ασπασία και ο πατέρας του ο Αθανάσιος ο οποίος ήταν βαριά άρρωστος και έτσι έφτιαξαν την αποθήκη του κήπου σε χώρο για να μένει ο παππούς για να μη κολλήσουν τα παιδιά. Η Νέα Σμύρνη ήταν μια πραγματική γειτονιά και η Μητέρα μου είχε γίνει φίλη με όλους στην περιοχή. Νονός του Θάνου έγινε ένας έμπορος ρούχων που είχε κάνει στρατό μαζί με τον πατέρα μου. Νονός του Γιώργου έγινε ο τότε μπακάλης της γειτονιάς, που τώρα το κατάστημα του έχει γίνει πυλωτή πολυκατοικίας.
Με τις λιγοστές ανέσεις της εποχής του '60 μπόρεσε να μεγαλώσει τα παιδιά της με αγάπη και φροντίδα.
Είχε πολλές φίλες.
Πήγαινε εκδρομές με τον άντρα της σε όλη την Ελλάδα και σε 1000 μοναστήρια.
Στον αδελφό της Νώντα στο χωριό για να του συγυρίσει.
Στην αδελφή της Δέσποινα για να τη βοηθήσει με το μαγαζί και με το σπίτι.
Δεν την άφηνε ο πατέρας μας να πηγαίνει συχνά στα αδέλφια της, γιατί πέθαινε στην κούραση.
Έχτισε μόνη της δύο σπίτια στη Νέα Μάκρη και στον Άι Γιώργη.
Δεν είχε αρρωστήσει ποτέ.
Έπαθε αποκόλληση αμφιβληστροειδούς, γιατί της είπανε μία μέρα πριν βγούν τα αποτελέσματα ότι δεν είδαν το όνομα του γιού της στους επιτυχόντες.
Πήγαινε σε νεκροταφεία, σε νοσοκομεία, σε αρρώστους, σε εράνους.
Πολυξένη ήταν πραγματικά πολύ φιλόξενη. Δεν πίστευε ότι πάτησαν άνθρωποι στο φεγγάρι, τώρα υπάρχει και σχετικό site με ανάλογο περιεχόμενο. Έφτιαχνε υπέροχες σπανακόπιτες και λίγο πριν πεθάνει μας έμαθε να τη φτιάχνουμε και μείς. Της άρεσε το ουζάκι και το τσίπουρο, που το έπινε στο χωριό με τις φίλες της, τα γλυκά όλων των ειδών που τα έφτιαχνε μόνη της, τα αχλάδια κοντούλες.
Ο αδελφός της δεν της είχε χαρίσει ούτε ένα πράσινο φύλο.
Ήθελε ένα χωραφάκι στο χωριό "να βάλω μια καρέκλα να βλέπω...". -"Δεν πουλιέται τίποτα".
Στη διαθήκη του ο αδελφός της δεν άφησε παρά κάτι χωράφια στο Πετρί και στο Λιασίκι, δεν έγινε αποδεκτή και έτσι μοιράστηκαν όλοι την κληρονομιά σε ίσα μερίδια.
Πίστευε ότι όλα γίνονται, του σπανού τα γένια δεν γίνονται.
Αγαπούσε το Τολάκη και κάθε χρόνο έκανε μνημόσυνο του θείου Γιώργου.
Φίλαγε την κοτόσουπα όταν την αβγόκοβε για να γίνει νόστιμη σαν το φιλί.
40 χρόνια γάμου ασυμπλήρωτα.
Τελευταία φορά που πήγε στο Νώντα μάλωσε γιατί δεν της είπε για τις καινούργιες βρύσες, που ήταν ανάποδες και έπινε ζεστό νερό. "Λες να αρρώστησα από αυτό… "
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)